Εσείς τι γνώμη έχετε για τους ορειβάτες;

Α. Κατάσκοποι είσαστε..

«και είναι η Αγόριανη (1) τόσο απομονωμένη και σαν κλεισμένη στον εαυτό της, τα έλατα και τα βράχια της, ο τόπος κι ο τρόπος ζωής τόσο αυστηροί, αψείς και σκληροἰ, οι κάτοικοι τόσο συντηρητικοί και δυνατά σφραγισμένοι απ το περιβάλλον και τις παραδόσεις τους, που μόνο με μεγάλη δυσφορία και μετά άλλη τόση αντίσταση άρχισε να ημιπροσαρμόζεται σήμερα στους καινούργιους θεούς και να ξεχνάει τα ωραία εκείνα και δυνατά παλιά, που τόσο πολύ «βαστιόνταν απ τη καρδιά της.  […]

Όταν το 1926 πρώτο-ξεκαλοκαίριασα στην Αγόριανη   είχα την τύχη να βρω ακόμα εκεί ελάχιστους ανθρώπους του παλιού καιρού, πού ήξεραν, άμα τους πλησίαζες με υπομονή και στοργή, να σου αποκαλύψουν έναν ολόκληρο κόσμο από περασμένες ομορφιές ή παραξενιές και να σου χαρίσουν μια πνοή της παλιάς Αγόριανης, όταν γύριζαν στους λόγγους και στα ψηλώματα λύκοι, αγριογούρουνα, ζαρκάδια και πελώριες δεντρογαλιές, καπεταναίοι (κι αργότερα ληστές), ο «Μπουσινάκης» κι ολόκληρες παγανιές από δαιμονικά, αγερικά, νεράιδες, λάμιες και ζούμπερα». (2)

....Όταν ήμουν μικρός, συνήθιζαν οι γονείς μου να με πηγαίνουν τα καλοκαίρια στο χωριό της μάνας μου, την Κάτω Αγόριανη (Λίλαια) Παρνασσού (3).  Θυμάμαι έντονα από κείνα τα χρόνια πού πήγαινα στο δημοτικό, τις ιστορίες  που έλεγαν οι παλαιοί και ακούγαμε εμείς οι μικρότεροι.  Θυμάμαι τη γιαγιά μου τη Φωτούλα, καθώς πηγαίναμε καβάλα στ άλογο για τα κονάκια της Φτερόλακας του δυτικού Παρνασσού, για να σμίξουμε με τον παππού μου που βόσκαγε εκεί το καλοκαίρι τα πρόβατα, να μου λέει ιστορίες για τα βουνά.  Μου έλεγε για λύκους, για τοπωνύμια, για διάφορα πού δεν θυμάμαι σήμερα, ενώ θυμάμαι ότι έκανα όλο ερωτήσεις.  Θυμάμαι πως συζητούσαμε για κάποια γυναίκα που γύριζε στα βουνά:

3
Στο παρατηρητήριο..

-«Κατάσκοπος θα ήταν, πληροφορίες ήθελε.. κατάσκοπος».

-Μα..

-Τη θυμάμαι να είναι μέσα σε μια χλαίνη τυλιγμένη, άσχημη ήταν, γύριζε πάνω στα βουνά με κάτι αρβύλες..

-Εσύ τη γνώρισες;

-Ποιος ξέρει τι ήθελε, Σπανδωνίδου την λέγανε, την ήξεραν όλοι στα γύρω βουνά.  Είχε βρει και τον προπάππο σου, τον Πανοπάνο στο Πουρνάρι με το κοπάδι του και τον φωτογράφισε..

Πολύ αργότερα, διάβασα και έμαθα, ότι: Η Ειρήνη Σπανδωνίδη γεννήθηκε στα 1895, ο πατέρας της ήταν πλούσιος Έλληνας της Ρουμανίας και καταγόταν από το Μελένικο της Μακεδονίας.  Μεγάλος πατριώτης κι αυτός ίσως να μετέδωσε στις δύο κόρες του τον έρωτα για την Ελλάδα.

Ηρωική στην καθημερινή ζωή της η Ειρήνη, στη στέρηση όσο και στις ταλαιπωρίες του εμφυλίου πολέμου.  Είχε τρία διαφορετικά διπλώματα πανεπιστημίων του εξωτερικού, είχε τελειώσει και την Φιλοσοφική των Αθηνών, χώρια οι ξένες γλώσσες.  Εργάστηκε πάνω στη λαογραφία της Ρούμελης περισσότερο από δέκα χρόνια, υλικό που μάζεψε  στην Αγόριανη.  Αγάπησε τους ανθρώπους του βουνού και βοήθησε τον τόπο.  Προίκισε κορίτσια, βοήθησε γεροντάματα, στόλισε εξωκλήσια, άνοιξε σχολείο, ξόδεψε όλη της την περιουσία για τον τόπο.

2
Βγαίνοντας απ΄το αμπρί..

 Αυτά έλεγε τότε ο κόσμος, αυτά μου έλεγε και η γιαγιά μου..

Αν αυτά φαντάζουν μακρινά και παλιά, δεν απέχουν πολύ από αυτά των τελευταίων χρόνων, λίγο πιο πέρα, στα βουνά των Αγράφων, αλλά και σε όλα τα βουνά μας…

Α1 οι κατάσκοποι καλά κρατούν..

..Είχαμε αφήσει τον οικισμό της Νιάλας και είχαμε περάσει το διάσελο ανάμεσα στις κορφές Νιάλα και Πλάκα, κατευθυνόμενοι προς το διάσελο του Αγίου Νικολάου Μεγάλων Βραγκιανών. Η κατηφοριά μας έφερε στην τοποθεσία Μπουρμποτσιλιά (4)  ανάμεσα στους όγκους του Μπορλέρου και της Πλάκας.  Στο σημείο αυτό υπάρχουν ποιμενικές εστίες με τσοπάνηδες που βγάζουν το καλοκαίρι τα κοπάδια τους.  Στάθηκα και φωτογράφισα τα κονάκια με φόντο τις υπέροχες πίσω κορφές: Απέλινα, Βοϊδολίβαδο, Μίχος, Πϋργος.

Νάσου και προβάλλει νέος, ο οποίος με βλέπει που φωτογραφίζω και αρχίζει τις φωνές από μακριά, «γιατί μας φωτογραφίζετε»!

Άντε να θέλει να πάω απ εκεί  να του δώσω τη μηχανή..

«Σας ξέρω εσάς που φωτογραφίζετε τα μέρη μας, στο  στρατό μας έλεγαν, είσαστε κατάσκοποι, πάτε και κάνετε ζημιές»!.

Ο νέος ήταν γύρω στα τριάντα πέντε, είχε ρίξει κάμποσες μπύρες, έρριχνε και κόντρα ξύρισμα αυτοθαυμάζοντας τη λεβεντιά του σε «μισαδάκι» καθρέπτη κρεμασμένο σε καρφί, έξω απ το κονάκι του γέρο πατέρα του, πού κι αυτός ήταν παρέκει, δεν έλεγε όμως κουβέντα.

Ετοιμαζόταν να κατέβει στο παγγύρι της Αγίας Παρασκευής στο χωριό Βραγγιανά.  Οι ήχοι των κλαρίνων  έφταναν μέχρι το διάσελο…

Η άγνοια, η αδυναμία κατανόησης «των ανθρώπων, πού χωρίς σκοπό γυρίζουν  στα βουνά» και η καχυποψία, που εντείνεται με το πέρασμά τους απ τον στρατό, γεννούν  παντού κατασκόπους.  Ο εμφύλιος μπορεί να πέρασε χρόνια τώρα, αλλά πολλοί έχουν «κολλήσει» στο  παρελθόν.  Είναι το κλίμα στραβό, το τρώει και ο γάιδαρος…  «Προσέξτε, γυρίζουν κάτι τύποι στα χωριά σας, στα βουνά, και σας  ρωτούν διάφορα  ή φωτογραφίζουν..  μετά πάνε έξω και τα ξερνάνε όλα»!

Β.. Μήπως είσαστε παρδαλοι;

Είχαμε κατασκηνώσει στην αρχή της κοιλάδας της Γράμμοστας, στις πλαγιές του Γράμμου, όπου ο οικισμός Γράμμουστα ή Γράμμος (5)  και η παρουσία μας έγινε αμέσως γνωστή στους βοσκούς, που δεν έλεγαν να κατηφορίσουν απ τα ψηλώματα κι ας είχε προχωρήσει για τα καλά το Φθινόπωρο.

4
Πριν τη μάχη..

Αποβραδίς, συζητώντας το πρόγραμμα της επόμενης μέρας γύρω απ την φωτιά, ανακοίνωσα ότι θα επιχειρούσα μία ανάβαση στην κορφή Περήφανο και ο σχοίνο-συντροφός μου θα περνούσε τη μέρα του στο φαράγγι, φωτογραφίζοντας πουλιά.  Χωρίσαμε νωρίς το πρωί, μόλις ετοιμαζόταν να φέξει και ανανεώσαμε το ραντεβού για το βραδάκι.

Μετά από ώρες μοναχικής πορείας, γεμάτες εκπλήξεις και πλούσιες εναλλαγές, έφτασα με… περηφάνια στην κορφή Περήφανο ύψους 2.442 μ.  Χάρηκα, αισθανόμουν στα πάνω μου και είχα μία διάθεση ξεχωριστή.  Πήρα το μονοπάτι της επιστροφής, καθώς τραβερσάρισα για να βγω στο διάσελο της Κιάφας και απ’ εκεί έπεσα βόρεια για να καταλήξω στο ποταμάκι.

Στο ποτάμι βγήκε ήλιος ζεστός που έκαψε το πρόσωπό μου, καθώς τόσες ώρες στην κορυφογραμμή ψηλά ο αγέρας ήταν κρύος.  Ολόγυρα αγελάδες δροσίζονταν στο ποτάμι, που δεν είναι άλλο απ αυτόν τον Αλιάκμονα στην γέννησή του.  Έκοψε και ο αγέρας και βρήκα ευκαιρία να πάρω ανάσα και να φρεσκαριστώ.  Ξεφορτώθηκα, πέταξα αρβύλες και κάλτσες και απόλαυσα το νερό που με αναζωογόνησε.

6
Μετά τη μάχη..

Καθισμένος στον βράχο, όλα γύρω τα έβλεπα μαγικά.  Δεν ήθελα να ξεκινήσω.  Η διάθεσή μου έγινε τραγούδι και τα πόδια μου μετά από μέρες τα ένοιωθα  ανάλαφρα.

Πήρα το δρόμο, όπως κυλούσε το ποτάμι, για να βγω στα ερείπια του παλιού χωριού Γράμμοστα, όπου υπήρχε μόνο ένα κοινοτικό μαγαζί-γραφείο που κάλυπτε τις ανάγκες των κτηνοτρόφων.  Βγήκα στο μαγαζάκι και στάθηκα τυχερός γιατί έπεσα πάνω στον γραμματέα, που αφού χαιρετηθήκαμε απόλαυσα μία μπύρα παγωμένη.  Στο μαγαζάκι ήταν και δυο ακόμη ανθρώποι που δούλευαν νωρίτερα κάτω στο ποτάμι, φτιάχνοντας τη γέφυρα, που θα ενώνει την Γράμμοστα με το χωριό Αετομηλίτσα.

Η συζήτηση ήταν ζεστή, είχε ένταση με φωνές βουνίσιες και κουβέντες που γυρόφερναν σ’ όλα και για όλα, καθώς πάνω εδώ οι κουβέντες έχουν συνήθως άλλη σημασία και βαρύτητα.   Απόλαυσα τη δροσιά της μπύρας.  Δεν είχε και πολύ σημασία το αλαλούμ της κουβέντας αλλά το ίδιο το άκουσμα της ανθρώπινης φωνής μετά από ώρες.

Ο γραμματέας έπρεπε να φύγει και το μαγαζί θα έκλεινε, οπότε σηκωθήκαμε να φύγουμε όλοι.  Ο άνθρωπος προθυμοποιήθηκε να με πάρει με το αμάξι του «έλα θα είσαι κουρασμένος με τόσες ώρες περπάτημα», αλλά του αρνήθηκα ευγενικά, λέγοντάς του  ότι επιθυμώ να περπατήσω και να απολαύσω τον τόπο.  «Κατηφόρα είναι, έχει βάλει και ένα απογευματινό αεράκι».  Ευχαρίστησα τους ανθρώπους και βγήκα πρώτος στο δρόμο φορτωμένος με το σακκίδιο, ο δε γραμματέας καθυστέρησε στ αμάξι του.  Καθώς είχα διανύσει κάμποσο δρόμο, ακούστηκαν απ τη μεριά του ποταμού φωνές.  Εστίασα και κατέγραψα ότι έλεγαν:

«Tourist, tourist? Τί είναι αυτός ρε; Φέρτον απ εδώ!»

Συνέχισα και ακούω μέσα σ αυτά:

«Π……; π……; είναι π…..»

Ο γραμματέας που είχε ξεκινήσει και ερχόταν πίσω μου και είχε καταγράψει όλο το σκηνικό, βάλθηκε να κορνάρει και να τους κάνει νοήματα να σταματήσουν, αλλά η απόσταση που τους χώριζε ήταν αρκετή και έτσι νόμιζαν ότι τους χαιρετά.

5
Αιχμάλωτοι..

Τί να καταλάβουν οι μαύροι, άσε πού θα νόμιζαν ότι ο γραμματέας έχοντας αμάξι θάκανε ψηστήρι για πάρτη του!

Το αυτοκίνητό του πέρασε δίπλα μου, ζήτησε συγνώμη για τους ανθρώπους αυτούς και μου ξαναπρότεινε να με πάρει με το αμάξι πιο κάτω.  Αρνήθηκα ευγενικά και χωρίσαμε..

Είναι «γνωστό» ότι οι εργάτες του μπετόν είναι οι μόνοι άνδρες και φυσικά οι υπόλοιποι είναι αμφιβόλου φύλλου και ανδρισμού.  ‘Έχει επικρατήσει η άποψη των δυνατών παλικαριών, οπότε οι άλλοι είναι θηλυπρεπείς, πόσο δε μάλιστα όταν κάποιος που δεν ανήκει στο συνάφι τους, ξεφυτρώνει σε ερημιές μονάχος του.

Είναι δύσκολο να φανταστώ τον εαυτό μου, ότι θάπρεπε να φτάσω στα Αλβανικά σύνορα απ’ την πρωτεύουσα για να βρω άνδρες!.

Γέλασα και προσπάθησα να ξεχάσω τις φωνές και τα λόγια, γιατί είχα πολύ καλή διάθεση και δεν ήθελα τίποτα τούτη την στιγμή να τη χαλάσω.  Πριν φτάσω στην κατασκήνωση βάσης, το αυτοκίνητο με τους ‘βαρβατίλους’ εργάτες πέρασε δίπλα μου σφαίρα και ούτε που τόλμησαν να κοιτάξουν κατά πάνω μου.  Το μόνο πού άφησαν πίσω τους ήταν η σκόνη του δρόμου αλλά για μένα ήταν χώμα του Γράμμου και δεν μπορούσα να θυμώσω με τίποτα..

Γ. Η τρέλα πάει στα.. βουνά

Έχουμε ακούσει πολλές φορές την έκφραση που λέγεται από ανθρώπους «η τρέλα πάει στα βουνά», θα την έχετε πει πιθανά και εσείς..

Οι ορειβάτες πάνε στα βουνά άρα οι ορειβάτες είναι τρελοί.  Πρόκειται για λογική, που τη μαθαίναμε παλαιότερα στις τελευταίες τάξεις του γυμνασίου,  όταν ο καθηγητής έλεγε: «Το μπουζούκι είναι όργανο, ο χωροφύλακας είναι όργανο, άρα ο χωροφύλακας είναι μπουζούκι»!

7
Χαζοχαρούμενος..

Στους εργασιακούς χώρους των ανθρώπων, εκεί που περνούν κάποιες ώρες και οι ορειβάτες για να επιβιώσουν, είναι πολύ συνηθισμένο το slogan: «η τρέλα πάει στα βουνά».  Εύκολα οι άνθρωποι κολλάνε κάτι, λες και αυθόρμητα ωθούνται να βρουν μία ετικέτα για τους άλλους.  Από κάπου πρέπει να πιαστούν. «Με τί ασχολείται; Πηγαίνει στα βουνά!  Νάτο, το βρήκαμε..».  Είναι μία εύθυμη νότα στις συντροφιές, όταν συζητάνε και ακούγονται ερωτήσεις τύπου: «Εσείς με τί ασχολείστε»;  Τότε είναι που οι άλλοι της παρέας, οι πιο προχωρημένοι, αναλαμβάνουν να εξηγήσουν και απαντούν:«Αυτός παίρνει τα βουνά»  και ακολουθεί η κλασσική συμπλήρωση που δένει: «Καλέ η τρέλα πάει στα βουνά»!  και ο πιο «ξύπνιος» να λέει: «Ποιος σας είπε ότι δεν είναι τρελός! Χα, χα, χα» … Ακολουθούν πάντα γελάκια. Δεν θυμάμαι εάν έχω μετρήσει πόσα γελάκια γίνονται, έτσι,  σαν στοιχείο έρευνας.

8
Άπαιχτο..

 Η άποψη ότι «η τρέλα πάει στα βουνά» πιθανά να προέρχεται, κατά μία εκδοχή, όταν παλαιότερα οι άνθρωποι των πόλεων, έστελναν στα βουνά τους άρρωστους και έβαζαν στο περιθώριο άτομα με προβλήματα.  Αυτά τα άτομα αναγκάζονταν και ζήσουν  εκτός κοινωνικού «υγιούς» συνόλου.  Έτσι οι μεν ασθενείς εύρισκαν καταφύγιο και γιατρειά στα ορεινά, εκεί πού για τους ανθρώπους των πόλεων ήταν κάτι το σκοτεινό, απόμακρο, κάτι σαν τον Άδη, «μακριά από μας».  Αργότερα ακολούθησαν και τα σανατόρια –για την ανάρρωση και ανάληψη σωματικών δυνάμεων – τα οποία βρισκόντουσαν όλα σε απομακρυσμένα ορεινά μέρη για να βοηθούν τους ανθρώπους από την μάστιγα της φυματίωσης..

9
 Ο «Ν»άτος..

Δεν είναι πολλά χρόνια, μέχρι την δεκαετία του ’50, που οι ανθρώποι πηγαίναν διακοπές στα ορεινά.  Τότε η θάλασσα δεν ήταν ακόμη γνωστή.  Τα βουνά ήταν ο φυσικός χώρος, τα χωριά είχαν κόσμο, άκμαζαν απ το μικρότερο μέχρι το μεγαλύτερο κεφαλοχώρι, οι ανθρώποι ζούσαν στην φύση και όσοι ζούσαν στις πόλεις – λιγοστοί – ξαναγύριζαν στα ψηλώματα.

Ήταν τότε πού,  αν  και η ζωή ήταν πολύ δύσκολη, οι ανθρώποι πέθαιναν μόνον από φυματίωση και καμιά πνευμονία και ας μην είχαν λεφτά..

Μετά όλα άλλαξαν, όπως αλλάξαμε και εμείς και πάψαμε να αναγνωρίζουμε ανθρώπινα ο ένας τον άλλον, τον συνάνθρωπο, χάσαμε το δρόμο μας.  Έτσι οι άνθρωποι που αναζητούν τον ανοιχτό ορίζοντα, την ανάβαση μιας κορφής, το σκαρφάλωμα ενός βράχου, το τραγούδι του αγέρα, τη μεγαλοσύνη ενός δειλινού, μοιάζουν μάλλον ιδιόρρυθμοι στα μάτια του κόσμου.

10
Αυτο-αποκαλύπτονται..

Τάκης Ντάσιος, 1989

Παραπομπές

(1) Αγόριανη (Απάνω Αγόριανη) σημερινή Επτάλοφος Παρνασσού, νομού Φωκίδας, υψ. 830 μ..  Στα 1928 είχε 590 κατοίκους, στα 1940 > 651, 1951 > 393, 1961 > 378, 1971 > 346, 1981 > 388, 1991 > 599.  Οι τοποθεσίες: Πουρνάρι βρύση και το  οροπέδιο Αργοστήλια, που αναφέρονται στο κείμενο τοποθετούνται στοv δυτικό Παρνασσό, με την ψηλότερη κορφή του, Γερολέκκας, ύψους 1.714 μ.

(2) Σπανδωνίδη Ειρήνη1939:Tα τραγούδια της Αγόριανηs  (Παρνασού), κεφ. εισαγωγή, σ. ιβ΄  εκδόσεις Πυρσός Α.Ε., Αθήνα.

(3) Κάτω Αγόριανη (Λίλαια) Παρνασσίδος νομού Φωκίδος, υψ. 330 μ.  Αρχαία πόλη κοντά στον οικισμό Λίλαια.  Σώζονται λείψανα ακροπόλεως.  Καταστράφηκε μετά τον 3ο Ιερό Πόλεμο (357-347 π. Χ.).  Στα 1928 είχε 678 κατοίκους, 1940 > 730, 1951 > 664, 1961 > 589, 1971 > 463, 1981 > 496, 1991 > 459

(4) (Τοποθεσία Μπουρμποτσιλιά στο διάσελο Αγίου Νικολάου Βραγκιανών) Κεντρικά ‘Άγραφα, νομός Ευρυτανίας, ανάμεσα στις κορφές Μπορλέρο 2016 μ. και Πλάκα 2000 μ., επί της διαδρομής  «Πόρτες» – διάσελο Αγίου Νικολάου βραγκιανών, ποιμενικές εγκαταστάσεις

(5) Οικισμός Γράμμουστας (Γράμμος). υψ. 1.380 μ.  στις πλαγιές του όρους Γράμμος, ΝΑ. του νομού Καστοριάς.  Στα 1928 είχε 13 κατοίκους, στα 1940 > 55, 1951 > 0, 1961 > 0, 1971 > 0, 1991 > 0

Ενδεικτική βιβλιογραφία

Σπανδωνίδη Ειρήνη1939: Τραγούδια της Αγόριανης (Παρνασού), εκδ. «Πυρσός»Α.Ε., Αθήνα

Δημητρίου Ν. Μήτσου (Νικηφόρος)1954:Η καμπάνα της Αγόριανης (δράμα σε δύο εποχές κι έξη σκηνές), Αθήνα

Δημητρίου Ν. Δημητρίου (Νικηφόρου) 1978: Αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης (τρεις τόμοι)

Παρνασσός, οδηγός πεδίου στον ορεινό χώρο και πολιτισμό + πλήρης αναρριχητικός οδηγός + οδηγός ορειβατικού σκι,1998, κλίμακας 1: 55.000, εκδ. Ανάβασης

Ντάσιου Τάκη1999: Στ΄  Άγραφα, εκδ. Μίλητος

Άγραφα, περιηγητικός και πεζοπορικός χάρτης,2004,  κλίμακος 1: 50.000 σειρά Πίνδος, topo 50 εκδόσεως Ανάβασης

Βόρεια Άγραφα λίμνη Πλαστήρα, περιηγητικός και πεζοπορικός χάρτης, 2006, κλίμακος 1: 50.000 σειρά Θεσσαλία, topo 50, εκδ. Ανάβασης

Γράμος, Σμόλικας, Βόιο, Βασιλίτσα, περιηγητικός και πεζοπορικός χάρτης, κλίμακος 1: 50.000, σειρά Ήπειρος topo 50, Ανάβασης

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Εσείς τι γνώμη έχετε για τους ορειβάτες;

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s