Ξεκαλοκαιριό στη Νιάλα Αγράφων

Προσέγγιση και ανάβαση στη Νιάλα Αγράφων

Το επόμενο πρωινό απ’ τον οικ. Πετράλωνα (Σάϊκα) (1) όλοι μαζί προωθούμεθα όσο μπορούμε με τα οχήματα και μετά το «κόβουμε» ποδαράτο σταματώντας για μια ανάσα κοντά στο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία, εκεί στο μέσον της λεκάνης Νιάλας -΄Ασπρου ποταμού..  Συνεχίζουμε τον ποδαρόδρομο και φτάνουμε στον συνοικισμό Χαλιά, τον βορειότερο της Νιάλας, όπου σταματάμε στο κονάκι του Κώστα Κουτσουπιά, που απουσιάζει και μιλάμε με τη γυναίκα του.  Ρωτάμε πληροφορίες για το πώς θάταν καλλίτερα να ανέβουμε στην κορφή της Νιάλας  Μαθαίνουμε για το πώς πρέπει να κινηθούμε και ξεκινάμε παρ’ όλο που η θεια επιμένει να κάτσουμε για ένα καφεδάκι.  «Στον γυρισμό» απαντάμε και φεύγουμε.

Βγαίνουμε στο ρεματάκι και κολλάμε απέναντι ακολουθώντας γιδόστρατα που διασχίζουν το πεδίο.  Οδηγούμεθα ανατολικά  προς την ράχη Φλιτζάνι και μετά γυρίζουμε βόρεια κάνοντας ζικ –ζακ και παίρνουμε ύψος επί της πλαγιάς.  Βγαίνουμε στο λαιμουδάκι ανάμεσα στις δυο κορφές, πιο κει απ’ το πέτρινο ανάγλυφο «Ν» της κορφής.  Απ’ εκεί ψηλά αγναντεύουμε  την «θάλασσα» των κορφών ολόγυρά μας.  Ευλογημένος τόπος..  Πού να χωρέσεις τόση μεγαλοσύνη;   Την πολυλογία μας κατά την ανάβαση διαδέχεται η σιωπή στην κορφή.  Στιγμές αιωνιότητας!

Νιάλα 1
Η «Λεκάνη» της Νιάλας – ΄Ασπρου ποταμού απ’ την κορφή της Σβώνης (Μαράθια) κοιτάζοντας βόρεια: από αριστερά οι κορφές: Καταρραχιάς, Μπαλντενήσι, Πλάκα, «Πόρτες», Νιάλα.  Πίσω δεξιά Μπορλέρο και στο βάθος το Βουτσικάκι.  Χαμηλά της «λεκάνης» οι συνοικισμοί της Μεσαίας Νιάλας (Νεράϊδα), το ξωκλήσι του Προφ. Ηλία και η Πέρα Νιάλα (Χαλιάς)

Κορφή Καλύβια, 2.017 μ. ἠ Φλιτζάνι ή Νιάλα ή Βουνά Νιάλας

«Μικρό ορεινό συγκρότημα στη Β-ΒΑ πλευρά του Ν. Ευρυτανίας και στη νότια πλευρά του ν. Καρδίτσης, μεταξύ των οικισμών Βραγκιανά (Μεγάλα Βραγγιανά ή Βρανιανιά) -1.060 μ. στα δυτικά και Ανθηρό (ν) (Νέο Χωριό) -750 μ. στα ανατολικά.  Από το συγκρότημα του Μπορλέρου στα βόρεια χωρίζεται με τον αυχένα (1,780 μ.) της Πλάκας και τα μικρορέματα Οξούλα και Βραγγιανών.  Από το συγκρότημα Μαράθια (Σβόνι) στα νότια χωρίζεται με τον αυχένα (1.760 μ.) της Τούρλας και τα ρέματα Λατόμικα και Κουφαλόρρεμα -΄Ασπρος.  Αποτελείται από τους σχηματισμούς του Φλιτζανιού, του Καταραχιά και του Ιτάμου.  Η ονομασία Καλύβια, που αναφέρουν οι νέοι χάρτες της Γ.Υ.Σ. είναι εντελώς λανθασμένοι.  Στην περιοχή υπάρχουν μόνο τα καλύβια των κτηνοτρόφων της Νιάλας, της κοιλάδας που σχηματίζεται νότια και ανατολικά των ψηλών κορυφών.  Ίσως καλύτερη ονομασία του συγκροτήματος να είναι Νιάλα (παλ. Τοπική ονομ.) και πιο σωστά Βουνά της Νιάλας, ως πιο χαρακτηριστική, αλλά και ιστορική ονομασία.  Αν και οι ψηλότερες κορφές του βρίσκονται στο Ν. Καρδίτσης, αναφέρεται στο Ν. Ευρυτανίας επειδή υπαγόταν σε αυτόν πολύ περισσότερο χρόνο και γιατί το μεγαλύτερο τμήμα του συγκροτήματος βρίσκεται στην Ευρυτανία.  Αποτελεί τμήμα  του οροσυμπλέγματος των Αγράφων και της Νότιας Πίνδου.  Τα πετρώματά του είναι φλύσχης και ασβεστόλιθοι.  Η ψηλότερη κορφή είναι Καλύβια ή Φλιτζάνι ή Νιάλα, ύψ. 2.017 μ.  Άλλες ψηλές κορφές είναι Καταραχιάς, 2.003 μ., Πέντε Πύργοι, 2.004 μ., Πλάκα, 2.010 μ. και Φλιτζάνι, 1.700 -1.400 μ.)  Στην δυτική ορθοπλαγιά της κορφής Φλιτζάνι έχουν ανοιχτεί παλαιότερα (2-10-1966 και 14-9-1969) δύο αναρριχητικές διαδρομές.  Ανάβαση στην κορφή μπορεί να γίνει από τον καλοκαιρινό οικισμό Χαλιάς (Χαλιά ή Πέρα Νιάλα), ύψ. 1.450 μ., λίγο μετά τον επίσημο καλοκαιρινό (ας τον εμφανίζει η Ε.Σ.Υ.Ε. με μόνιμο πληθυσμό) οικισμό Νεράιδα (Νιάλα), ύψ. 1.380 μ. σε 0330ω. περίπου».  (Νέζη Νίκου2010:154-5)

Νιάλα 2
Στον συνοικισμό Χαλιάς (Πέρα Νιάλα), 1989.  Πίσω το μονοπάτι που «κολλάει», ανηφορίζει στις πλαγιές της Νιάλας.

«Η Νιάλα είναι ο βασιλιάς των Αγράφων.  Στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας ο λαός είχε πλάσει ένα μύθο για τη Νιάλα, που του θέρμαινε την ψυχή στο βαρύ χειμώνα της σκλαβιάς.  Λέγανε τάχα, πως υπάρχει στην Νιάλα μια πελώρια σπηλιά, απάτητη από τον άνθρωπο, όπου κατοικούσε ένας δράκος.  Ο δράκος μισούσε τους Τούρκους κι όταν έπαιρναν τον δρόμο ν’ ανεβούνε κατά τ’ ΄Αγραφα, τους κύλαγε μεγάλα κοτρώνια και τους ανάγκαζε να γυρνάνε πίσω.  Έτσι οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να πατήσουν τη Νιάλα (και τ’ ‘Αγραφα)»  (Ψημμένου Τάκη1985:96)

Το όνομα Νιάλα όπως λένε οι γεροντότεροι, προήλθε απ το φυσικό γράμμα «Ν», που είναι απέναντι στο Φλιτζάνι, στην Τσιατούρα, ύψους 2.017 μ.

Νιάλα 3 (Εξώφυλλο)
Ανεβαίνοντας στην κορφή της Νιάλας, 1989

Στη Νιάλα προπολεμικά

Μια ορειβατική ομάδα, καλοκαίρι του 1940, φτάνει στη Νιάλα Αγράφων, στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία την παραμονή του Άη Λιος, πούχει πανηγύρι.  Από μακριά ακούγονταν τα νταούλια και τα τραγούδια, είχαν πάει αντιπροσωπείες και από τα γύρω κονάκια (Πατήματα, Χαλιά, Παλιόλακα, Γούβες, Καμάρια) και γλεντοκοπούσαν απ’ το πρωϊ.  Σαν ξημέρωσε, οι άνθρωποι πήγαιναν στην εκκλησία και καθώς σμίξαμε τους περιτριγύρισαν κτηνοτρόφοι με το δάσκαλο της Νιάλας, καθ όδόν που ξεπροβάδιζαν τον τσέλιγκα και την αντιπροσωπεία του απ’ τα Καμάρια.  «Πολύ περιποιητικοί και ομιλητικοί δεν δέχονταν τσιγάρα μας «γιατί δεν θα βρίσκαμε εμείς παραπέρα» ενώ αυτοί έστριβαν το λαθραίο στην εφημερίδα.  Λαθραίο πίνει όλος ο κόσμος πάνω στα βουνά, ανεξαιρέτως ὀλοι.  Τα κονάκια τους ήταν πολυπληθέστερα, αλλά όχι τόσο περιποιημένα όσο αυτά στα Καμάρια.  Το όνομα Νιάλα –είναι δύο Νιάλες (συστάδες κονακιών) σε απόσταση μισής ώρας η μία περίπου απ’ την άλλη –έγινε από ένα κεφαλαίο «Ν», που φαίνεται γραμμένο από Θεού, πάνω στην υπερκείμενη ομώνυμη κορφή.  Πραγματικά ορισμένοι άσπροι βράχοι είναι έτσι τοποθετημένοι από τη φύση, κάτω απ’ την κορφή ακριβώς, ώστε πολύ καθαρά βλέπεις να σχηματίζουν ένα κεφαλαίο καλλιγραφικό «Ν» αληθινά περίεργο λες και κάποιο υπερφυσικό χέρι έγραψε το «Ν» αυτό.  Και απ’ αυτό το «Ν» ονομάστηκε και η κορφή και τα κονάκια Νιάλα.  Η Νιάλα είναι τα κονάκια των Αραπογιανναίων.  Αυτό το παρατσούκλι που τους κόλλησαν γιατί αληθινά όλοι τους είναι κατάμαυροι σα γύφτοι.  άλλο είναι το όνομά τους, μα επικράτησε το παρατσούκλι και είναι γνωστοί σαν «Αραπογιανναίοι»  Η θεια του δάσκαλου, νύφη από τα Καμάρια, Τσιγαριδοπούλα, μας πρόσφερε κορφή μπομπότα ζεστή, που την έψησε επί τόπου στη γάστρα και τυρί φρέσκο.  Γνωρίσαμε τη γιαγιά του τσελιγκάτου, που ανήκει η νύφη απ’ τα Καμάρια.  Η «Μανιά» ( Κυρούλα, γριά)  είχε έξι γιους, εφτά νύφες –ο έβδομος μόλις είχε πεθάνει  – και 32 εγγόνια..»

Νιάλα 4
Στον συνοικισμό Καλόγερος ή Καλογερικό, ύψ. 1560 μ. με την κυρά Ελένη Καλαμπαλίκη, χήρα Γεωργίου κάτω απ’ την κερασιά, ΄Ανοιξη, 2008

Στη λεκάνη Νιάλας – ΄Ασπρου ποταμού Αγράφων, υπάρχουν τρεις εγκαταστάσεις θερινής διαμονής μετακινούμενων κτηνοτρόφων.  Η Νεράϊδα (Μεσαία Νιάλα), ο Χαλιάς (Πέρα Νιάλα) και η Παλιόλακα.  Η Παλιόλακα ήτανε χαμηλά κατά τον ΄Ασπρο και μετεγκατεστάθηκαν ψηλότερα, στην τοποθεσία Καλόγερος ή Καλογερικό, σε μια «πατλιά» του εδάφους, ύψ. 1560 μ. κάτω της κορφής Τούρλας.  Τρία κονάκια, του Γιαννάκη Καλαμπαλίκη, Ηλία Καλαμπαλίκη και Παναγιώτη Καλαμπαλίκη, «ανοίγουν» τα ιδιόκτητα κονάκια τους και διαμένουν τους θερινούς μήνες (Μάϊος –Σεπτέμβριος), βόσκοντας τα κοπάδια τους στις γύρο πλαγιές, στα περίφημα βοσκοτόπια της Νιάλας.  Βρισκόμαστε στον συνοικισμό Καλόγερος ή Καλογερικό, ύψ. 1.560 μ. το καλοκαίρι του 2008, φιλοξενούμενοι του Παναγιώτη Καλαμπαλίκη.  Καθόμαστε έξω απ’ το κονάκι, κάτω απ’ την κερασιά και λέμε ιστορίες..  Συζητώντας με την μάνα του Παναγιώτη Ελένη  Καλαμπαλίκη ετών 82, μαθαίνουμε: «παλιά είχαμε τα ζώα και πηγαίναμε αυτού κάτω.. παλιά αυτού κάτω (Παλιόλακα) βάζαμε κήπια εδώ κάτ’ και είχαμε και φασόλια και κολοκύθια.. Στην Παλιόλακα.. Φέρναμε το νερό απ’ εδώ (Καλόγερος) και τα ποτίζαμε!  Φαίνεται ακόμα εκεί πάν το αυλάκι που έφερνε το νερό εκεί κάτω.. Σηκωνόμασταν μία ώρα νύχτα και πηγαίναμε εκεί απάνω πουρνί και είχαμε κανονίσει μία μέρα τόπαιρνες εσύ (το νερό) την άλλη ο άλλος στη στάνη και..  Πότε και γιατί αποφασίσατε να αφήσετε την Παλιόλακα και να βγείτε εδώ πάνω (Καλόγερος); Για τα γάλατα, ήταν μαρτύριο δεν μπορούσαμε να κουβαλάμε με τα πόδια τα γάλατα απ’ εδώ που είχαμε τα μαντριά κάτω στην Παλιόλακα.  Που να τα πας;   Έκατσα εγώ ξεκίνησαν και οι άλλοι νάρθουν να μείνουν εδώ.  Εγώ το ξεκίνησα, εδώ δας ρώτα τον Ηλία άμα έρθει, είχα σκηνούλα (τέντα) και έπηζα το τυρί.  Μια φορά το παίρνω να το πάω κάτω και με πιάνει ένας αέρας, και με παίρνει κάτω, πάει το καρδάρι στο ρέμα.  Τι σκηνή είχατε, τέντα;  «Όχι τέντα, είχαμε απ’ εκείνες του στρατού, είχε πάρει ο Αριστείδης απ’ την Αθήνα μία, την πήρε μετά ο Παναγιώτης και την είχα αυτού δα στημένη, ήταν και ο σχωρεμένος ο Γιώργος απάνω..  Ο άνδρας σας;  «Ναι, ήταν κι αυτός απάν εδώ και μετά λέω ότι θα φτιάξω μία παράγκα..  Όχι στην αρχή είχαμε ένα τσαρδάκι με νάιλον και μπάτσες (κλαδιά από έλατα) από πάνω, μετά λέω: δεν μπορώ παιδάκι άλλο, κάτι να κάνουμε πήγαμε και πήραμε τσίγκια από κοντά και φέραμε ένα μάστορα και τάφτιαξε αυτά αυτού.  Ε, τι να κάνουμε πέντε τσίγκια είναι άι περνάει ο καιρός, καλά δεν είναι.  Το καλοκαίρι κάνει μέσα στα τσίγκια ζέστη; Εμ, τι κάνει, βράζει..  Θεια στο δρομολόγιο που κάνατε πάνω – κάτω είχατε τέντες, τεντόπανα, φούρκες και όλα..  Ναι, ναι γκλίτσες, γκλιτσούλες.. Και πως τις στήνατε;  Μία φούρκα εδώ, μία φούρκα εκεί, όχι τόσο ψιλή όσο είναι αυτή και ρίχναμε από πάνω το τεντόπανο (υφαντό), τα τεντώναμε  βάναμε την τέμπλα για να κρατήσει και από κοντά τις γκλίτσες, βάρδα και από πίσω βάναμε τη μικρή τεντούλα.. μπαίναμε μέσα να βολευτούμε, άλλοτε με βροχή, άλλοτε.. ζωή κι αυτή.  Όλα αυτά τα υλικά φορτώνατε σε μουλάρια..  Ναι, είχα άλογα, τρία φορτιάρικα άλογα.. αρκετά ζώα και τα βάναμε τα πράγματα όλα  και εγώ και οι άλλοι.  Εάν ήσουνα εδώ, θάβλεπες πάνω από 70 κεφάλια άλογα, τον παλιό καιρό τα οποία τα αφήναμε ελεύθερα (άλογα, μπλάρια, γαϊδούρια) ούλοι είχαν ούλοι.  Παλιά στην Παλιόλακα ήμασταν 17 οικογένειες, ήταν κι άλλοι στη Νιάλα Καλαμπαλικαίοι αλλά έκατσαν κάτω, δεν έρχονται απαν΄.   Στην Αλίαρτο τώρα ήμαστε εμείς ένας, ο Χρήστος δύο, ο Αριστείδης τρεις, ο Νίκος τέσσερις, 4 – 5 οικογένειες είμαστε στην Αλίαρτο Καλαμπαλικαίοι, οι άλλοι είναι στο Κάστρο, όπως ο Ηλίας Καλαμπαλίκης και άλλοι...

Νιάλα 5
Στον συνοικισμό Καλόγερος ή Καλογερικό «Η βοσκοπούλα με την ρόκα και το περιστέρι που της φέρνει το γράμμα» στον βράχο, έργο του Νικόλαου Καλαμπαλίκη, 1952.

Πώς πήρε τ ’όνομα  «Καλόγηρος»

Ο καιρός κρατάει.  Καθόμαστε, ξαπλωμένοι στο χορτάρι, όπως έχει βγάλει έξω τις φλοκάτες η κυρά Ελένη, στο ανοιχτό μέρος, έχοντας πρόσωπο τις ψηλές κορφές και ακούμε –μαθαίνουμε απ’ τον Παναγιώτη: «Εδώ η τοποθεσία που στεκόμαστε το λέμε «του Καλογέρου», γύρω απ’ τη βρυσούλα τη λέμε στη «βρύση του  Καλογέρη»  Το τζάκι που βλέπεις (δείχνει με το χέρι) είναι απ’ το σπιτάκι – ότι απόμεινε απ αυτό – που έμενε ο καλόγερος.  Απέναντι είναι το προκάτ (Υπ. Γεωργίας) ποιμνιοστάσιο. Υπήρχε το πέτρινο μαντρί, υπήρχε και πέτρινη στρούγκα, που όμως με τα χρόνια χάλασε.  Την χαλάσαμε εμείς οι ίδιοι, φτιάξαμε τις σήτες προσωρινά είχε πέσει λίγο και αφήσαμε να ξεσαρίσει και η μάντρα.  Βαρεθήκαμε να την συνεχίσουμε να την φτιάξουμε. 

Εδώ λοιπόν, ένας καλόγερος, όταν οι Σαρακατσαναίοι έφυγαν για τα χειμαδιά, αυτός έμεινε πίσω, έμεινε εδώ.  Πέρασε το χειμώνα μέσα σ’ αυτό το κονάκι και όταν ήρθε η Άνοιξη και ξανά-ανέβηκαν οι κτηνοτρόφοι, εκεί πιο πέρα, βγήκαν μια πλάκα που έγραφε: «δεν πεθαίνω ούτε από πείνα, ούτε από δίψα, πεθαίνω από τα άγρια θηρία της φύσης».   Τώρα τι ήταν αυτά; εμ δεν ξέρω.. Υποθέτω ότι ήταν η δύναμη του αγέρα..  Βρήκαν  οι μετακινούμενοι εκεί στο ρεματάκι (δείχνει με το χέρι του) τα ράσα του..  Απ φαί μπορούσε να το βολέψει.  Νάκανε, ψωμάκι, αλευράκι, καλαμπόκι, τι άλεθε, τι έκανε, κάτι θάφτιαχνε..  Από τυριά θα τούχε αφήσει ο κόσμος αρκετά για να κάνει τα κουμάντα του. Εκεί απ’ έξω θάχε (δείχνει με το χέρι του) ξύλα ποστιασμένα, σκεπασμένα έξω απ’ το κονάκι.  Μπορούσε να ζήσει, αλλά τον έφαγαν τα θηρία της φύσης..»  (Αφηγητής Παναγιώτης Καλαμπαλίκης)

«Βάλανε λένε στοίχημα οι παππούδες και έφτιαξαν (έχτισαν) του πήγαν τα πάντα όλα, ώστε ο καλόγερος να μπορέσει να περάσει μέχρι τον Μάη που θα ξανάβγαιναν επάνω αυτοί με τα πρόβατα και το βάλανε στοίχημα, λένε  και λέει ο καλόγερος:  «ότι εγώ θα καθίσω εδώ θα με βρείτε την άνοιξη και θα κάνω τα κουμάντα μου όσο να ρθείτε, ξύλα φαγητά, τα όσπρια, τυριά και αλεύρι και θα κάτσω εδώ γι’ αυτό το λένε στου Καλόγερου, γιατί αυτός έμεινε και έγραψε κάπου και το βρήκαν ότι «ούτε από πείνα, ούτε από κρύο, πέθανα», έγραφε στο σημείωμα, και το βρήκαν οι γερόντοι, οι παππούδες, «πέθανα απ τα άγρια θηρία του τόπου, σφύριζε ο αγέρας, ο αγέρας του χειμώνα, οι νεράιδες, σφύριζαν» (χαμηλώνει η φωνή,), κάτι υπήρχαν, γιατί όταν μέναν απάνω και ξεχειμοπωριάζαμε μερικοί.   Γιατί παλιά τα κοπάδια μέναν αργά επάνω το χινόπωρο, μέναν μέχρι Νοέμβριο και Δεκέμβριο, διότι δεν είχαν που να τα πάνε, έκανε και ξηρασία μεγάλη καμπόσες χρονιές και τα αφήναν τα κοπάδια για πίσω, λέγανε οι παλιοί, δεν λέγανε ψέματα, γιατί να πουν ψέματα.  Λέγανε, ότι ακούγαν  όργανα, βιολί και ντέλφι που παίζαν εκεί  και έλεγες ότι τώρα θα φτάσουν εδώ, ακούγαν στα σπίτια που μέναν, είχαν τα κοπάδια τους μιλάμε για την Παλιόλακα, παλιά είχαν σπίτια, σπίτια κανονικά με σανίδια, τα σπίτια τάχαμε σανιδωμένα και με πλάκα στη στέγη.  Πέτρες με πλάκες. Άκουγαν λέγανε τα συζητούσαν οι παλιοί, βιολί και ντέλφι και λέγανε ότι «θα φτάσει εδώ»..  Που να φτάσει?.. κάτι υπήρχε, λέγανε για νεράιδες αυτοί, «χορεύανε οι νεράιδες» (γελάει), αυτές είναι ιστορίες γραμμένες, ήταν άνθρωποι της ζωής, ήταν διαφορετικά τα πράγματα, μην κοιτάς τώρα..  (Πληροφορητής Παναγιώτης Καλαμπαλίκης)

Νιάλα 6
Ο Νικόλαος Αθανασίου Καλαμπαλίκης, ο χαράκτης του βράχου, στην Λαπαθιά Παρνασσού, Δαύλεια), από το αντάμωμα Σαρακατσαναίων της Βοιωτίας, 2011.

Η «ζωγραφιά» της βοσκοπούλας με τη ρόκα στον βράχο..

Ένα ρεματάκι διασχίζει τον συνοικισμό του Καλόγερου.  Απ’ εδώ μεριά τα τρία κονάκια και η βρύση και απ’ εκεί μεριά τα μαντριά, υπόστεγα.  Στο ρεματάκι, κάτω από την βρύση, ο Παναγιώτης μας έχει πάει σ’ ένα βράχο, στο ρεματάκι δίπλα, όπου έχει «σκαλιστεί» μια ζωγραφιά, την οποία μας αποκαλύπτει, -καθώς ο χρόνος, ο πάγος, τα βρύα έχουν ατονήσει το σκάλισμα του λαϊκού καλλιτέχνη – όπου μας μιλάει για την ζωγραφιά, που είναι αποτυπωμένη πάνω στο βράχο…  «Το βλέπεις τώρα, αυτή είναι η ρόκα, αυτό είναι το κεφάλι της βοσκοπούλας με την μαντήλα, το βλέπεις εδώ που πλέκει, γιατί έσβησε.. και είναι η κοπέλα, η βοσκοπούλα εδώ, η φούστα της, αλλά χάλασε η εικόνα της.. ας πούμε τώρα, άμα την «πατήσουμε» λίγο και εδώ έσπασε λίγο, το χελιδόνι που στο ράμφος του έχει το γράμμα, που στέλνει το γράμμα στην βοσκοπούλα που αγαπάει! (ο τόνος της φωνής χρωματίζεται ανάλογα, καθώς αποκαλύπτεται ο έρωτας του τσοπανόπουλου.  Πάρα πολύ ωραίο, θα το πατήσουμε αύριο μ ένα μολύβι, ή με πετρούλα αιχμηρή, μέσα στο χαράκι.. για κοίτα τη φωτογραφία (ζωγραφιά) τι έχει κάνει ο άνθρωπος.. Κοίτα τι λεπτομέρεια ο φωτογράφος (ζωγράφος) έχει κάνει, έτσι πάνω στην πέτρα το σκάλισμα, κοίτα πως της πηγαίνει το γράμμα…  Θέλει μαλακά – μαλακά, όχι άστο θα το χαλάσεις.. Αποκαλύπτεται η βοσκοπούλα με την ρόκα και το χελιδόνι που της πηγαίνει το γράμμα του αγαπημένου της.  Το γράμμα έχει απάνω μια ζωγραφισμένη καρδιά, με το όνομά του: Νικόλαος Αθανασίου Καλαμπαλίκης! Και έχει και την χρονολογία: 1952.    Κι έχει στο σπίτι απ’ έξω ζωγραφισμένη μία φωτογραφία (ζωγραφιά) μόνος του, στην Αλίαρτο, τρομερή, είναι εν ζωή ο άνθρωπος.  Εδώ έχει και τη ρόκα, το αδράχτι κάπου εδώ φαίνεται και το σφοντήλι, ορίστε και τα χέρια της κοπέλας έρχονται εδώ, που πλέκει φαινόταν πολύ καλά, αλλά με τον καιρό σβήνουν…  Φαινόταν το κεφάλι της, αλλά με τα βρύα πάνω στον βράχο…  Βλέπεις τι κάνει ο άνθρωπος, μπορούμε εμείς να το κάνουμε αυτό;   και βλέπεις εδώ κάτω αυτό συνεχίζει και «αποτυπώνει» κάτω το σώμα της το φόρεμα της βοσκοπούλας.  είναι πολύ ωραίο.. αυτό θα μπορούσε να ήταν κάπου άλλου, να μπορέσεις να το «πάρεις».  εδώ είναι στο πιο ιδανικό μέρος..  αυτή να την έπαιρνες μ’ ένα φορτωτή και να την τοποθετήσεις κάπου σαν φώτο (ζωγραφιά),  αλλά και εδώ που είναι..  ναι αλλά εδώ ποιος να την δει;   την είδαμε εμείς, να την πλέναμε με κάτι, να την τρίβαμε μ ένα τριφτάρι.  κοίτα τι ωραία έχει φτιάξει την καρδούλα, καταπληκτικά την έχει πάει ο  ζωγράφος, πούχει φτιάξει το χελιδόνι με τη «τσιμπίδα» στο στόμα που της στέλνει το γράμμα: σ αγαπάω!   Μάλλον κάτι τέτοιο, ερωτευμένος ήτανε..  Η βοσκοπούλα να έβγαινε λίγο πιο «ζωντανή» για να μπορέσουμε να την αποτυπώσουμε..  Πριν κάποια  χρόνια ήταν ολοζώντανη, ήταν τι να σου πω, φάτσα, έβλεπες κοπέλα εκεί.. αλλά περνάν τα χρόνια με τους πάγους, τα χιόνια, όσο νάναι έχει φθορές..  Εάν τις «πατήσεις» τις λεπτομέρειες καταλαβαίνεις την ζωγραφιά πια εσύ.  εγώ την καταλαβαίνω πια..  και εκεί πάνω στην παλιά την ποτίστρα, έχει ζωγραφίσει τον τσοπάνο, που όμως δεν φαίνεται, μιλάμε για πολύ χρυσοχέρης άνθρωπος,  με τα πρόβατά να βλέπεις τα κεφάλια απ’ όλα τα ζώα του και τον βοσκό με την κάπα και την γκλίτσα του να στέκεται αλλά δεν φαίνεται καλά τώρα… θέλει χάραγμα όμως.  αλλά τούτο εδώ τι λεπτομέρεια έχει, το χελιδόνι με το γράμμα..  μέχρι και παπούτσι της είχε της βοσκοπούλας, γιατί φορούσαν παπούτσια, κέντημα της ποδιάς της.. εδώ είναι η ρόκα, εδώ την έσπασε την πλάκα, έχει φύγει φλούδα.  είχε και μάτια και φρύδια και μύτη, τα πάντα, όλα και στόμα.. κι αυτό πρέπει να είναι η μαντήλα της, γιατί κοιτάζει κατά κει, το χέρι με το μανίκι,…. Εδώ είναι η ρόκα, με την «μπούκλα» το μαλλί που το έγνεθε..  Αυτό να φαινόταν ωραία, όμως το χελιδόνι με το γράμμα που της πηγαίνει (ξανά, επανέρχεται στον σχολιασμό αυτού του «μέρους» (που το βρίσκει πολύ τρομερό), το μήνυμα!,

Νιάλα 7
Ο Παναγιώτης Καλαμπαλίκης στην κορφή Τούρλα, στο γούπατο του Νεραϊδοχορού..

Στην Τούρλα πάνω κει.. στον Νεραϊδοχορό, 

«Εκεί στον βράχο απέναντι, στο ρεματάκι…  άστον, άστον, χαμογελάει, δεν είναι αυτά για τώρα.. βγαίνανε οι νεράιδες;   Νεράιδες βγαίνανε εκεί επάνω στο βράχο που λέγεται Νεραϊδοχορός, εκεί στο ταμπούρι, έχει από πίσω ένα μέρος «ίσωμα», λάκα, έχει και μία πλάκα με ονόματα, και το δικό μου, αργότερα βέβαια το δικό μου το όνομα, αλλά και παλιά ονόματα, από παλιούς Καλαμπαλικαίους, γραμμένα  ονόματα… και ένας βοσκός λεγόταν λέει Ψαλίδας, και όπως είχε φεγγάρι μέρα (εννοεί γιομάτο φεγγάρι που φώτιζε ως μέρα) και έβοσκε τα πρόβατά του και έπαιζε τη φλογέρα του, παρουσιάστηκαν νεράιδες –εγώ τόχω ακούσει δεν τόχω δει – και χορεύανε νεράιδες, της πήρε μιας το μαντήλι και πήγε κοντά του και την έκανε γυναίκα και τόχε πάντα ζωσμένο το μαντήλι απάνω του αυτός και έκανε και παιδιά και τούλεγε και τον παρακαλούσε συνέχεια: το μαντήλι ρε άντρα, το μαντήλι ρε άντρα και κάποτε του λύθηκε το μαντήλι και αυατή εξαφανίστηκε, την έχασε, πάει η νεράιδα, μυθολογία..  βλέπεις τι έπαθες με την μυθολογία!   Πέσμου το ξανά..  Του πήρε το μαντήλι το βράδυ, Το βράδυ που βγήκαν οι νεράιδες είχε και πανσέληνο;

Νιάλα 8
Φορτιάρικα άλογα των Σαρακατσαναίων της Νιάλας στην κορφογραμμή Τούρλα – Καρνόπη Αγράφων  [Εδώ που η πολιτεία ξεκίνησε την εγκατάσταση Αιολικού πάρκου]

Τι να πούμε πουλάκ μου, οι νεράιδες, αυτού στο νεραϊδοχορό ήταν, στάλος, ήταν εκεί από πάνω στο νεραϊδοχορό το λέμε, και πήγε ένας να τις βαρέσει, (του πήρε τη φωνή) αυτός και τον πήρε από κοντά, την πήρε τη νεράιδα γυναίκα του, πήγε αυτός της πήρε το μαντήλι και πάει κοντά  ήξεραν μας τάλεγαν οι παλιοί, αλλά εμείς οι νέοι δεν ξέρουμε και εγώ μια φορά άκουσα  όργανα εκεί πάν, χρόνια πάει μια φορά,   Δεν είδατε ποιοι ή τι ήτανε;  Όχι, όχι τι να δεις που να δεις παιδάκ’ μου, άι πάμε απάνω τώρα»..  (Πληροφορητές: Παναγιώτης Γ. Καλαμπαλίκης και Ελένη Καλαμπαλίκη, χήρα Γεωργίου)

Τάκης Ντάσιος, Καλοκαίρι 1989 και ΄Ανοιξη 2008

Παραπομπές

(1) Χ. ΄Αγραφα, υψ. 840 μ. Δήμου Αγράφων Νομού Ευρυτανίας στις πλαγιές του όγκου Κουκουρούντζου.  Στα 1928 είχε 615 κατοίκους, 1940 > 1.000, 1951 > 618, 1961 > 363, 1971 > 383, 1981 > 251, 1991 > 184, 2001 > 616.  Απέχει απ το Καρπενήσι 90 χιλ.

«Ο ορεινός οικισμός των Αγράφων βρίσκεται στις νοτιοδυτικές πλαγιές της κορυφής Κουκουρούντζος των Αγράφων –Νότιας Πίνδου και αποτελεί πόλο έλξης εκατοντάδων επισκεπτών λόγω της γραφικότητάς του αλλά και του απαράμιλλου φυσικού κάλλους.  Ανάμεσα στα αξιοθέατα των Αγράφων ξεχωρίζουν ο ναός του Αγίου Γεωργίου και ανεγέρθηκε το 1610 και ο ναός της Παναγίας που οικοδομήθηκε γύρω στο 1650.  Λέγεται ότι η ονομασία του οικισμού ανάγεται στην βυζαντινή εποχή, όταν την περίοδο της εικονομαχίας, οι κάτοικοι απαγόρευαν στους απεσταλμένους του αυτοκράτορα να εισέλθουν στους ναούς τους.  Ἐκτοτε διαγράφηκαν από τα κατάστιχα της αυτοκρατορίας, αλλά αργότερα από τους φορολογικούς καταλόγους των Τούρκων, ενώ έχαιραν προνόμια αυτονομίας έτσι ο οικισμός, αλλά και ολόκληρη η  περιοχή, διατήρησε την ονομασία ΄Αγραφα.  Τα ΄Αγραφα φημίζονταν ανέκαθεν για την ανεπτυγμένη υφαντουργία, αναφέρεται χαρακτηριστικά σε πηγές του 18ου αι. ότι ο Μέγας Ναπολέοντας είχε παραγγείλει στους αργαλειούς των Αγράφων 10.000 κάπες για τους στρατιώτες του».  (Μανιατέα Ηλία, Τεγόπουλου Ιωάννη Εκδότες, σ.94, εκδ. ΔΟΜΗ)

Καμάρια, ύψ. 1.470 μ. συνοικισμός κοινότητας Αγράφων, Δήμου Αγράφων νομού Ευρυτανίας.  Στα 1928 είχε (-), κατοίκους,1940 (-), 1951 (-), 1961 (0), 1971 > (0), 1981 > 14, 1991 > 29

Πετράλωνα (έως το 1955 Σάϊκα), υψ. 840 μ. δήμου Αγράφων νομού Ευρυτανίας.  Στα 1928 είχε 102 κατοίκους, 1940 > 100, 1951 > 102, 1961 > 112, 1971 > 93, 1981 > 69, 1991 > 57, 2001 > 128

Οι ξενώνες στη Σάϊκα:

Πανταζής Βασίλειος 2441091885

Πανταζή Κυριακή 2441094828

Πανταζής Κων/νος 2441025692

Τα καφενεία στη Σάϊκα

Αβράμπος Θωμάς 2441094135

Πανταζής Δημήτριος 2441094154

Φωλιάς Παναγιώτης 2441094115

Νεράϊδα (έως 1955 Νιάλα), υψ. 1.440 μ. συνοικισμός της κοινότητας Αγράφων δήμου Αγράφων νομού Ευρυτανίας.   Στα 1928 είχε (-) κατοίκους, 1940 > 295, 1951 > (0), 1951 > (0), 1961 > (0), 1971 > (0), 1981 > (0), 1991 > (0)

Σημείωση: Για τους συνοικισμούς Παλιόλακα, Χαλιάς (Πέρα Νιάλα) και Καλογερικό δεν ευρέθησαν απογραφικά στοιχεία.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

  • Ψημμένου Τάκη1985: Αντάρτες στ’ ΄Αγραφα (1946-1950) αναμνήσεις ενός αντάρτη, δεύτερη έκδοση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή,
  • Ημερολόγιο μιας ορειβατικής ομάδας (Επιμ. Μαίρη –Λι Χαραμή)1940: «Οδοιπορικό στα ΄Αγραφα» στο Βουνά Ελληνικού Ορειβατικού Συνδέσμου Αθηνών, σε 7 συνέχειες,  αριθμός; τεύχους 2 (140)
  • Χάρτης Γ.Υ.Σ.1971: Φύλλο ΄Αγραφα, κλίμακας 1: 50.000 γενικής χρήσεως
  • Χάρτης Γ.Υ.Σ. 1985: Φύλλο ΄Αγραφα, κλίμακας 1: 50.000 γενικής χρήσεως
  • Ντάσιου Τάκη2000: Στ’ ‘Αγραφα, εκδ. Μίλητος
  • Ενημερωτική έκδοση του Δήμου Αγράφων2005: Ευρυτανία, ΄Αγραφα οδηγός για τον επισκέπτη του δήμου Αγράφων
  • Μανιατέα Ηλία, Τεγόπουλου Ιωάννη(Εκδότες)2010: «Νομός Ευρυτανίας Στερεά Ελλάδα», Νο. 13, σειρά Ελλάδα, εκδ. ΔΟΜΗ A.E. ειδική προσφορά της εφημερίδας ΤΟ ΒΗΜΑ
  • Περιηγητικός και πεζοπορικός χάρτης2004: ΄Αγραφα, κλίμακας 1:50.000 Topo 50 Central Greece, εκδ. ΑΝΑΒΑΣΗ
  • Aγραφιώτη Ν. Γεωργίου2008: Οι νομάδες Σαρακατσιαναίοι, Αθήνα
  • Νέζη Νίκου2010: Τα Ελληνικά βουνά, γεωγραφική εγκυκλοπαίδεια, τόμος 2, Ηπειρωτική Ελλάδα (Πελοπόννησος, Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλία, Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη), εκδ. Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας Αναρρίχησης –Κληροδότημα Αθ. Λευκαδίτη
  • Σταματελάτου Μιχαήλ, Βάμβα Σταματελάτου Φωτεινή2012: «Γεωγραφικό λεξικό της Ελλάδας», τόμοι Α’, Β’ Γ’,  για αυτή την έκδοση Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, ειδική έκδοση για την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ
  • Ηλιόπουλου Δ. Αναστασίου(Επιμ.)2018: Δημοτικά τραγούδια Ευρυτανίας, συλλογή Σπύρο. Δ. Περιστέρη 1959, 1962, σειρά: Πηγές του λαϊκού πολιτισμού, Νο 13, εκδ. Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας, Ακαδημίας Αθηνών,
  • Ντάσιου Τάκη: «Στη στράτα των ημινομάδων Σαρακατσαναίων Αγραφιωτών: Αλίαρτος Βοιωτίας – Νιάλα Αγράφων» Ανέκδοτη διδακτορική διατριβή

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s