Αφού τρομάξαμε να βγούμε απ’ τα βουνά της Ευρυτανίας, διαλέξαμε κάτι πιο ήπιο και την συνέχεια της εξόρμησης, μιας και ήταν υποτιμητικό να γυρίσουμε σπίτια μας. Νυχτώσαμε στην περιπλάνησή μας στα Αντιχάσια(1), όπου και κοιμηθήκαμε στην Βερδικούσσα (2). Το χάραμα, μετά από πολλές ώρες σκότους, κάτι έδειχνε. Τα χιόνια έδειχναν να έχουν κόψει και ο ουρανός έδινε σημάδια για κάτι καλύτερο. Το πρωινό ήταν, τέλος, ένα ποίημα.
Τα φορτώσαμε την ώρα, που πήγαινε να βγει ο ήλιος και αφήσαμε το χωριό βάζοντας μπροστά την διάσχιση του βουνού.
Το βουνό ήταν χαμηλό αν και το χιόνι ήταν αρκετούτσικο, αλλά αφού είχαμε την εμπειρία των Αγράφων και τι «τρώει» το ειδικό αμάξι μας είπαμε ΟΚ «δεν κωλώνουμε, συνεχίζουμε». Για δυο ώρες απολαύσαμε το υπέροχο ορεινό τοπίο, καθώς ο δρόμος ανηφόριζε μέσα σε δάση οξιάς. Ο ήλιος έκανε το τοπίο ψεύτικο, καθώς σκόρπαγε άπειρα μικροσκοπικά αστεράκια πάνω στο κάτασπρο στρώμα και ο αγέρας είχε λουφάξει. Ήταν τότε, που τα πουλάκια δειλά-δειλά, μέσα από τα κλαδιά των φορτωμένων με χιόνι δένδρων έκαναν την εμφάνισή τους, σαν να μην το πίστευαν κι αυτά.. Στην συνέχεια, η κατάσταση του χιονιού έγινε γνώριμη, όμοια μ’ αυτήν των προηγουμένων ημερών και η απόλαυση πήγαινε χέρι-χέρι με την αγωνία. Όταν όμως ο κώλος σου «τα θέλει» τότε…

Πήραμε όλο το ύψος που είχε το βουνό και όταν βγήκαμε στο διάσελο, κατηφορίσαμε από την άλλη μεριά του βουνού και, για όση ώρα κατηφορίζαμε, βρήκαμε την ευκαιρία να κουβεντιάσουμε για την ομορφιά των ορεινών μας.. Ο Χειμώνας είναι η εποχή που κάνει όλα γύρω να υποκλίνονται στην άφιξή του. Όταν φορέσει το ένδυμα του λευκού στον χώρο, τότε οι ξέχωρες ομορφιές θα γίνουν πιότερο όμορφές, εντυπωσιακές και οι μικρές, οι μικρότερες, που πέρναγαν απαρατήρητες, γίνονται μεγάλες. Πόσο αλλάζουν όλα γύρω σου, όταν τα χιόνια κάνουν την εμφάνισή τους ενώνοντας τα πάντα!
Αφήσαμε πίσω τα ψηλώματα και κατηφορίσαμε Δυτικά. Μικρά χωριουδάκια, πνιγμένα στο χιόνι έμοιαζαν ψεύτικες εικόνες, καθώς και όλα γύρω. Οι πινακίδες στην άκρη του δρόμου οδηγούσαν στην Καλαμπάκα και εκεί σκοπεύουμε να πέσουμε. Πάνω στην κουβέντα και μετά το γερό πρωινό που μας ζωντάνεψε, πέφτουμε πάνω σε μια πινακίδα, που έδειχνε δεξιά και διαβάζουμε: Φλαμπουρέσι 5, Βλαχάβα 18, Μετέωρα 25 χιλ. Στοπ.
Κάνουμε την ίδια σκέψη και αφού κάνουμε λίγο πίσω, στρίβουμε το αμάξι εκεί που έδειχνε το βέλος. Ο δρόμος οδηγούσε ομαλά ανάμεσα από ανοιχτά ξέφωτα φορτωμένα χιόνι. Φτάνουμε στο χωριό Φλαμπουρέσι, το οποίο είναι μεγάλο και σφιχτό και μπαίνουμε στην πλατεία του. Στο περίπτερο ρωτάμε για τον δρόμο και η θειά που μας είδε, λέει: «Αφήστε τον δρόμο για την Βλαχάβα, δεν περνάει. Είναι κλειστός. Γυρίστε πίσω». Χαμογέλασα και απάντησα ευγενικά ότι «θα δούμε, βλέποντας και κάνοντας». Αν και μέσα μου δεν το πίστευα, είχαμε τόσα και τόσα φάει, εδώ θα μας σταματούσαν τα χιόνια, στα Αντιχάσια; Χαιρετίσαμε δύο παιδάκια που κοίταζαν τις ρόδες του αυτοκινήτου και πήραμε δρόμο. Βγήκαμε από το χωριό και στο έβγα του παρατηρήσαμε ότι το χιόνι ήταν σοβαρό. Ακολουθήσαμε τον δρόμο μέσα από χαμηλή δενδροβλάστηση, και κοντέψαμε να πάθουμε συγκοπή καρδιάς, όταν ένας τεράστιος άσπρος σκύλος όρμησε ξαφνικά «πάνω» μας, ευτυχώς που είμασταν μέσα σε αυτοκίνητο και σταματήσαμε να θαυμάσουμε την παλιά στάνη στην άκρη του δρόμου.

Βρισκόμασταν από ώρα πάνω στο διεθνές μονοπάτι Ε4, που διασχίζει την ορεινή Ελλάδα (3) και που αυτό οδηγεί στα Μετέωρα. Είναι το κομμάτι Λιβάδι, Σαραντάπορο, Λιβαδερό, Δεσκάτη, Φλαμπουρέσι, Μετέωρα. Διέρχεται από τα ορεινά συγκροτήματα: Κάτω Όλυμπος, Καμβούνια, Αντιχάσια, Μετέωρα. Είναι μια όμορφη ημιορεινή περιοχή, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και στοιχεία. Είναι μια όμορφη επιλογή για να γνωρίσει κανείς τον τόπο μας, διασχίζοντας κομμάτια έξω από τα πολυσύχναστα πεδινά. Η ορεινή Ελλάδα αντέχει ακόμη! Ο πλούτος αυτής της χώρας..
Βγήκαμε σε μεσορράχη και σταθήκαμε για να ανακαλύψουμε τον.. δρόμο!. Το χιόνι εδώ, όπως το είχε φέρει ο αέρας έκανε υψωματάκια. Γείραμε μπροστά από το χιόνι, καθώς ήταν αρκετό. Δεν άργησε να μας στομώσει, το αμάξι μούγκρισε αλλά η μηχανή γέμισε χιόνι. Νάτα. Κάναμε μπροστά, κάναμε πίσω, τίποτα! Το χιόνι μας είχε εγκλωβίσει. Αρχικά δεν το πιστεύαμε: «Είναι δυνατόν»; Βάλαμε όλα τα μέσα του αυτοκινήτου αλλά το φουκαριάρικο μας έδειχνε ότι «πονάει»!. Βγήκαμε έξω και στρωθήκαμε στην δουλειά. Το χιόνι ήταν πολύ και όσο και να καθαρίζαμε γύρω απ’ τις ρόδες τίποτε. … Συμβούλιο από εδώ κουβέντες από κει, τίποτα!
Μεσημέρι και είμασταν κολλημένοι μέσα σε ½ μέτρο χιόνι. Αρχίσαμε να λέμε ότι εάν είχαμε αυτά και αυτά.. Μετά να προσπαθήσουμε να το βγάλαμε λίγο δεξιά, που έδειχνε πιο στερεό το χιόνι θα φεύγαμε. Μετά ξανά το κεφάλι κάτω και αγώνας να αδειάσουμε το χιόνια απ’ την μηχανή. Μετά είπαμε ότι «τα θέλει ο πισινός μας» Μετά αρχίσαμε να σκεφτόμαστε την βοήθεια. Άνθρωποι είμαστε βρε αδελφέ! Κάναμε μια μικρής διάρκειας σύσκεψη. Ο ένας θα μείνει στο αμάξι και ο άλλος να πάει στο χωριό για βοήθεια.

Το χωριό δεν ήταν μακριά ευτυχώς. Μόνο που ο σκύλος ήταν στην μέση. Χιονο-ρακέτες δεν είχαμε, πήρα το πιολέ στο χέρι και έκανα πίσω τα βήματά μου, αντίθετα απ’ την κατεύθυνση που είχαν ανοίξει οι ρόδες του αυτοκινήτου.
Ολόγυρα επικρατούσε ησυχία και ο μόνος θόρυβος ήταν ο ήχος που έκαναν οι πατημασιές μου στο χιόνι. Κάπου-κάπου δίπλα μου έπεφτε το χιόνι απ’ τα κλαδιά των δέντρων και έκανε εκείνο τον χαρακτηριστικό θόρυβο, τρομάζοντάς με. Ο σκύλος δεν φανερωνόταν. Ίσως ο θόρυβός μου να ήταν περισσότερο φυσικός με το περιβάλλον, απ’ ό,τι αυτός του μουγκρητού του αυτοκινήτου μας ή ο σκύλος να είχε απομακρυνθεί. Αυτό δεν το ήξερα μέχρι που σίμωσα στα σπίτια του χωριού, μετά από 30’ λεπτά περπάτημα. Σκυλιά ακουγόντουσαν και τζάκια κάπνιζαν. Ροβόλησα στα στενοσόκακα και στο πρώτο σπίτι που κάπνιζε χώθηκα μέσα. Στην αυλή του συνάντησα άνθρωπο και χωρίς πολλά του είπα τι ζητούσα. Ο άνθρωπος σταμάτησε την δουλειά του (έκοβε ξύλα για το τζάκι) και με πρόσεξε. Μου είπε να κατέβω στην πλατεία και εκεί κάτι θα βρεθεί. Τον ευχαρίστησα και κατηφόρισα.
Στον δρόμο βρίσκω έναν νεαρό, όπου του λέω το πρόβλημά μας. Μου δείχνει και αυτός την πλατεία και ότι «κάτι θα βρεθεί». Τον ευχαρίστησα ολόψυχα και συνέχισα για την πλατεία. Ήταν μεσημέρι, ώρα φαγητού, παράθυρα ανοιγόκλειναν γύρω και φωνές πιστοποιούσαν ότι είχα γίνει αντιληπτός στο χωριό. Βγήκα στην πλατεία και το πρώτο, που σκέφθηκα ήταν να χαιρετίσω την θειά στο περίπτερο. Μόλις την βλέπω μου λέει: «Κολλήσατε»; «Ναι» της απαντώ και λέω το πρόβλημα. «Αχ παιδάκι μου, δεν σας το είχα πει;» λέει η θεια. Και τι να της πεις τώρα;

Με στέλνει και αυτή στα καφενεία της πλατείας και αρχίζω απ’ το πρώτο. Σπρώχνω την πόρτα και μπαίνω. Κόσμος, 3-4 μαζεμένοι γύρω απ’ την σόμπα. Σταματούν και με κοιτούν. Αφού τους χαιρετώ, του λέω «Κολλήσαμε!, θα θέλαμε κάποια βοήθεια. Υπάρχει κάποια δυνατότητα»; Με κοιτάζουν και μετά από λίγο με ρωτούν «Πού έχετε κολλήσει»; κ.λπ. Κάπου κοιτάζονται, κάτι σιγομουρμουρίζουν και λένε ότι είναι πιο καλύτερα να κοιτάξω στο άλλο καφενείο. Τους ευχαριστώ και βγαίνω απ’ το καφενείο, παίρνοντας και το πιολέ, που είχα αφήσει απ’ έξω.
Λίγα μέτρα ήταν η διαφορά απ’ το άλλο μαγαζί και ευχήθηκα να βρω κάτι. Ήταν η τελευταία μου ευκαιρία. Ανοίγω την πόρτα και συναντώ ίδια εικόνα, μόνο πιο πολλούς ανθρώπους. Σταματώ και όλα τα βλέμματα πέφτουν πάνω μου. «Γειά σας, έχουμε κολλήσει λίγο πιο έξω απ’ το χωριό με το αμάξι. Θα μπορούσαμε να βρούμε κάποια βοήθεια; Δεν ξέρω τί, ίσως κάποιο τρακτέρ να μας τραβήξει; Κάναμε μια δουλειά για το Διεθνές μονοπάτι πιο πάνω απ’ το χωριό σας, το Ε4..» «Έλα ρε αδελφέ, κάθισε. Μην ανησυχείς, κάτι θα βρεθεί. Μη σε ανησυχεί. Κάτσε…».. «Ρε Μήτσο, βάλε ένα κονιάκ στον άνθρωπο». «Εδώ έχουμε στήσει κουβέντα για τον Κοσκωτά. Μήπως είσαι άνθρωπός του;» «Ρε τι του λες του ανθρώπου»; Το κονιάκ έρχεται και μαζί με στραγάλια. «Εσύ τι λες για τον Κοσκωτά»; «Τι να πω βρε παιδιά. Εμείς μισθωτοί είμαστε, δουλειά κάνουμε, σάμπως εμείς παίρνουμε τα λεφτά»; «Μπράβο, κάτσε, μην ανησυχείς»… «Ρε Βαγγέλη, τι γίνεται από τρακτέρ; Άντε να ειδοποιήσουμε».

Στην γωνία τρία άτομα να σιγολένε από ώρα, όπως μου εξηγεί ένας. Έχουν στήσει πολιτική κουβέντα με επίκεντρο τον Κοσκωτά. Το θέμα της συζήτησής τους είναι ηθικής τάξεως και τα δίνουν όλα απορροφημένοι σ’ αυτή. Ο μαγαζάτορας πλησιάζει και κουβεντιάζει με τον καθένα τους και συζητούν για τρακτέρ (καταλαβαίνω), κάποιος βγαίνει και πάει για να φωνάξει. Σε λίγο ακούω απ’ έξω, απ’ την πλατεία να ακούγεται το μεγάφωνο του χωριού που λέει: «Ένα τρακτέρ να βγει στην πλατεία, υπάρχει ανάγκη». Στο μαγαζί η κουβέντα ανάβει, όταν η τηλεόραση με τις μεσημεριανές ειδήσεις αρχίζει για τον Κοσκωτά. Σιωπή, ησυχία για τις κύριες ειδήσεις και αμέσως κουβέντες. Η ώρα να περνά, η συζήτηση να ανάβει. Ο νεαρός που έδειχνε ενημερωμένος προσπαθεί να τους εξηγήσει ότι ο Κοσκωτάς παραδόθηκε για να μην τον σκοτώσουν. Οι γεροντότεροι κουνούν το κεφάλι.
Το τρακτέρ αργεί να φανεί, αρχίζουν οι κουβέντες, γιατί δεν φαίνεται, «άντε ρε Γιώργο, τράβα να φωνάξεις τον Κώστα». «Έχω πάει έξι δρομολόγια από το πρωί! Ας πάει ο Μήτσος». «Άντε ρε Γιάννη, δεν φωνάζεις τον Γιάννη»;.
Κάποια στιγμή ο νεαρότερος στην κουβέντα, που γινόταν σε πολλά επίπεδα, δηλαδή σε επιμέρους κουβέντες, που έμπαιναν και άλλο κάτι λέει, ο γεροντότερος αρπάχτηκε, τον πιάνει στην κριτική γιατί του έθιξε την Δημοκρατικότητα. «Δεν μπορείς εσύ να μου κάνεις μαθήματα δημοκρατικότητας γιατί είσαι παιδί; Εμείς δώσαμε το σώμα μας γι’ αυτήν». Ο νεαρότερος χαμογελά, ανοίγει την πόρτα και βγαίνει έξω.
Η κουβέντα δυναμώνει. Το κονιάκ στο ποτήρι ξαναγεμίζει καθώς ο μεγαλύτερος ήρθε και κάθισε κοντά μου. Με ρώτησε για αυτό το μονοπάτι. «Πώς το είπες»; «Το διεθνές» του λέω. «Θα περνούν τουρίστες απ’ εδώ για τα Μετέωρα. Σας έβαλαν και πινακίδες». «Ναι κάπου το είδαμε», μου λέει. «Εδώ δεν νοιάζεται κανείς. Πού να έλθει η πολιτεία εδώ πάνω. Μόνοι μας τα βολεύουμε.»
Κάποια στιγμή, κάποιος σηκώνεται και βγαίνει έξω, σοβαρά-σοβαρά. Ο μαγαζάτορας μου λέει ότι πάει να ειδοποιήσει για τρακτέρ. Οι κουβέντες γυρόφερναν μεταξύ Κοσκωτά, τρακτέρ και πολιτικής. Κάποια στιγμή ο μαγαζάτορας σκύβει και μου λέει: «Δηλαδή εσείς κάνετε τον Χίλαρυ;»! «Όχι ρε αδελφέ, δουλειά κάνουμε»…

Είχε περάσει κάμποση ώρα όταν θόρυβος ακούστηκε στο χωριό. Κάτι φτερούγισε μέσα μου. Ο θόρυβος δυνάμωσε και σε λίγο με φώναξαν ότι τρακτέρ ήρθε στην πλατεία.
Σηκώθηκα και έκανα μια κίνηση για να πληρώσω και γρήγορα θυμήθηκα ότι στην επαρχία, οι άνθρωποι είναι άνθρωποι. Ευχαρίστησα τους ανθρώπους ολόψυχα και βγήκα έξω τρέχοντας. Το τρακτέρ έτοιμο με όλα τα σύνεργα. Ήταν δύο επάνω και σκαρφάλωσα και εγώ, βολευτήκαμε και πήραμε τον δρόμο αργά-αργά. Όση ώρα αυτό προχωρούσε στον χιονισμένο δρόμο, είχαμε την ευκαιρία να τα πούμε. ΟΙ άνθρωποι ήταν πολύ ήρεμοι και αυτό με ηρεμούσε και μένα που ανησυχούσα για την έκβαση της περιπέτειας. Συζήτησαν για τα ίχνη αλεπούς στην αρχή του δρόμου και για κυνήγι που έβλεπαν.
Το τρακτέρ προχωρούσε με την ταχύτητα που βαδίζει ο άνθρωπος και έχεις χρόνο να σκέπτεσαι. Όση ώρα πηγαίναμε, καθώς ήμουν μισοκαθισμένος, ανάμεσα σ’ αυτούς του ανθρώπους, δεν μπορούσα να κρύψω την συγκίνησή μου. Έβλεπα την καλοσύνη των απλών αυτών ανθρώπων, που σαν τους ζητήσεις κάτι θα βοηθήσουν. Είναι η ανθρωπιά που ξεπετιέται από μέσα τους. Εδώ θα δεις την ανθρωπιά και την προσπάθεια του ανθρώπου να τρέχει όπου τον καλούν..
Περάσαμε το μαντρί, αφού όλο τον δρόμο μας χαιρετήσαμε κανά – δύο τσοπάνηδες, που λόγω της σημερινής καλοκαιρίας είχαν ξεσκαρίσει λίγο στην ζεστασιά του ηλίου. Η παρουσία του τρακτέρ τους παραξένεψε και βγήκαν στον δρόμο για να δουν.
Χαιρετηθήκαμε και συνεχίσαμε στον δρόμο. Καθώς σήκωσα το χέρι μου να δείξω το κολλημένο αμάξι, κάτι μου φάνηκε να σαλεύει. Σε λίγο βλέπω το αμάξι να κινείται. Μπρος πίσω και αμέσως να στρίβει δεξιά. Πριν φθάσουμε στο διάσελο και πριν προλάβουμε να σταματήσουμε βλέπω άφωνος το αμάξι να κινείται κατά πάνω μας. Είχε ξεκολλήσει και ήρθε να μας προϋπαντήσει, σταματώντας το όχημα δίπλα μας! Έκπληκτοι ακούσαμε τις προσπάθειες του συντρόφου να το ξεκολλήσει. Τα κατάφερε παλεύοντας μόνος του. Τι να πω! Οι άνθρωποι του χωριού είχαν μείνει άφωνοι και χαμογελούσαν. Πάνω στην ώρα μαζεύτηκαν και οι βοσκοί και ο τόπος γέμισε κόσμο. Έκανα να ευχαριστήσω τους ανθρώπους που μπήκαν στον κόπο και δεν βρήκα λόγια. Έσφιξα το χέρια δυνατά. Τα λόγια φτωχά, τι να πουν; Ήταν εκείνα όμως που βγήκαν απ’ το στόμα τους. «Δεν μας οφείλετε τίποτα. Δεν κάναμε τίποτα»…Όχι, είχαν κάνει πολλά! Πάρα πολλά! Οι άνθρωποι επικοινωνούν με τα μηνύματα που εκπέμπουν. Τα λόγια είναι απλώς το κτύπημα της πόρτας, που σαν αυτή ανοίξει, τότε οι άνθρωποι μπλέκονται με άλλης φύσης νήματα….
Πήραμε τον δρόμο της επιστροφής. Φτάσαμε και πάλι στο χωριό Φλαμπουρέσι. Ευχαρίστησα την θεια στο περίπτερο, πέρασα απ’ τα μαγαζιά και έσφιξα το χέρι του καθενός που βρήκα μέσα, και ολόψυχα σε όλους ευχήθηκα υγεία και έδωσα τις ευχαριστίες μου για ό,τι έκαναν. Για τους ανθρώπους, το ολιγόωρο πέρασμά μας ήταν μια αλλαγή στην μοναξιά του τόπου. Για μας μια εμπειρία πρωτόγνωρη, μια βουτιά στην ανθρώπινη μεγάλη ψυχή. Ξαναγεννήθηκα μέσα στο λευκό του χιονιού, λυτρώθηκα από τα βαρίδια των αναστολών μου καθώς κτύπησα την ανθρώπινη πόρτα. Αυτή η πόρτα της ανθρωπιάς ανοίγει όταν κάθε φορά την αναζητάς, γιατί ο άνθρωπος, όσο μικρός κι αν είναι, η ανθρώπινη καρδιά είναι καμωμένη για έργα μεγάλα…
Ο δρόμος, η δημοσιά απ’ τα ημιορεινά που είμασταν στα πεδινά που πηγαίναμε έφευγε γρήγορα, καθώς το τοπίο γινόταν όλο και πιο ξέχιονο και η κουβέντα για την περιπέτεια που είχαμε ζήσει, μόλις τώρα άρχιζε.
Τάκη Ντάσιου, Χειμώνας 1988
Παραπομπές
(1) Αντιχάσια, 1424μ. «Μεγάλος ορεινός όγκος στα ΒΑ άκρο του Νομού Τρικάλων στα σύνορα με τον Ν. Λαρίσης και ΒΑ. της Καλαμπάκας. Τα Αντιχάσια είναι κατάφυτα από οξιές και έλατα και πηγάζει ο Ντολερίτης παραπόταμος του Πηνειού ποταμού. Η κορυφή είναι η Μαμαλή, υψ. 1.424μ. Άλλες ψηλές κορφές είναι: Μετερίζια, 1381μ., Οξιά, 1410μ., Τσετσίλα, 1397μ. Τύμπανος, 1373μ. και άλλες. Ανάβαση στην κορυφή γίνεται από το χωριό Βερδικούσα, υψ. 880μ., 36 χιλ. από τον Τύρναβο σε 0200ω. περίπου (διαδρομή σημαδεμένη) ή από το χωριό Λογγά, υψ. 970μ., 38 χιλ. από την Καλαμπάκα σε 0200ω. περίπου» (Νέζη Νίκου1979:72)
«Τα Αντιχάσια όρη, συνιστούν το βορειοδυτικό τμήμα του θεσσαλικού κάμπου. Στις εκτάσεις αυτές, που είναι και οι μοναδικές πεδιάδες του Τρικάλων, καλλιεργούνται διάφορά προϊόντα, όπως βαμβάκι, καπνός, οπωροκηπευτικά, σιτάρι και καλαμπόκι. Τα Αντιχάσια όρη, που αποτελούν συνέχεια των Χασίων προς τα Νοτιοανατολικά, εκτείνοντας στο βορειοανατολικό τμήμα του νομού Τρικάλων, στα όρια με τον νομό Λάρισας, όπου εισέρχεται ένα μικρό τμήμα του, ενώ ένα ακόμη μικρότερο τμήμα εισέρχεται στον νομό Γρεβενών. Πρόκειται για επιμήκη και μάλλον ακανόνιστη σειρά υψωμάτων, τα οποία εξομαλύνθηκαν σταδιακά από τη διάβρωση, αποκτώντας σχεδόν τη μορφή οροπεδίου. Οι κυριότερες κορυφές των Αντιχασίων βρίσκονται στα ανατολικά, στα σύνορα με τον νομό Λάρισας και είναι κατά σειρά ύψους: η Μαμαλή ή Τσέτσιλα Ράχη1.424μ, νοτιοανατολικά του οικισμού Λογγά, η Οξυά, 1.416μ. και τα Μετερίζια,1.318μ. ή Πυραμίδα, 1.404μ. Τα πετρώματα που κυριαρχούν στα Αντιχάσια είναι οι κρυσταλλικοί σχιστόλιθοι και οι ασβεστόλιθοι. Στην περιοχή σχηματίζονται τα τρία μεγάλα ρέματα. Το Μουργκάνι, στα βορειοδυτική πλευρά, ανάμεσα στα Χάσια και Αντιχάσια, και ο Ληθαίος και ο Ντολερίτης στη νότια πλευρά. Πολλοί οικισμοί πλαισιώνουν τις πλαγιές των Αντιχασίων, μεταξύ των οποίων, ο Κονισκός, το Γερακάρι, η Βλαχάβα, το Σκεπάρι, το Φωτεινό και η Καλλιθέα. Στις νότιες παρυφές των Αντιχασίων, σε μια τοποθεσία μοναδικής ομορφιάς, βρίσκονται και τα διεθνούς φήμης Μετέωρα με τους επιβλητικούς βράχους και τις πολυάριθμες μονές. Τα Αντιχάσια σκεπάζονται στο μεγαλύτερο μέρος τους από δάση φυλλοβόλων δρυών, με κυρίαρχα είδη την πλατύφυλλη δρυ και τη χλουδωτή δρυ. Στα μεγαλύτερα υψόμετρα συναντώνται μαυρόπευκα, ενώ η βλάστηση γύρω από τα ρέματα περιλαμβάνει πλατάνια, ιτιές, σκλήθρα και διάφορους θάμνους, Γενικά στην περιοχή υπάρχουν θαμνώνες, καλλιέργειες και βοσκοτόπια, προσδίδοντας χαρακτηριστική ποικιλομορφία στο τοπίο, που θυμίζει μωσαϊκό. Τα Αντιχάσια όρη μαζί με τα Μετέωρα ανήκουν στο ευρωπαϊκό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000, ενώ αποτελούν και σημαντική περιοχή για τα πουλιά της Ελλάδας. Ωστόσο, τα οικοσυστήματα της περιοχής με τα σημαντικά είδη της χλωρίδας και της πανίδας απειλούνται σήμερα από τις διάφορες ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως το κυνήγι, η υλοτομία, η αλόγιστη χρήση λιπασμάτων στους γειτονικούς αγρούς και ο τουρισμός».(Στυλιανίδου Σουλτάνα, Τσιώκου Λεωνίδα, Σφήκα Γιώργου2006:Νομός Τρικάλων, σ.35-6, 52-4, εκδ. Δομή)
(2) Οικισμοί:
Βερδικούσσα η, υψ.880μ. οικισμός της Θεσσαλίας στις πλαγιές των Αντιχασίων, κοινότης Βερδικούσσης νομού Λαρίσης. Στα 1928 είχε 1.786, κατοίκους, 1940 > 2.035, 1951 > 2.419, 1961 > 2.932, 1971 > 2.331, 1981 > 2.174, 1991 > 2.246, 2001 > 1.711
Φλαμπουρέσι το, υψ. 840μ. οικισμός της Θεσσαλίας στις πλαγιές των Αντιχασίων Ορέων δήμου Τυμφαίων, νομού Τρικάλων. Στα 1928 είχε 540 κατοίκους, 1940 > 608, 1951 > 584, 1961 > 635, 1971 > 442, 1981 > 281, 1991 > 191, 2001 > 260.
Βλαχάβα η (Σμόλιανη) υψ. 900μ. οικισμός της Θεσσαλίας στις πλαγιές των Αντιχασίων ορέων δήμου Καλαμπάκας νομού Τρικάλων. Στα 1928 είχε 473 κατοίκους, 10940 > 568, 1951 > 649, 1961 > 793, 1971 > 450, 1981 > 298, 1991 > 333, 2001 > 305. Πρόσωπα: Γεννήθηκε ο Βλαχάβας Θύμιος ή Παπαθύμιος, αρματολός και ιερέας γύρω στο 1750. Απ’ εδώ κατάγεται γνωστή αρματολική οικογένεια Βλαχάβα.
Λογγά η, υψ. 970μ., οικισμός της Θεσσαλίας στις πλαγιές των Αντιχασίων ορέων, δήμου Τυμφαίων νομού Τρικάλων. Στα 1928 είχε 376 κατοίκους, 1940 > 554, 1951 > 449, 1961 > 569, 1971 > 503, 1981 > 257, 1991 > 247, 2001 > 177
Κονισκός ο, (παλ. Κοντσικό) υψ.820μ. οικισμός της Θεσσαλίας, στις νότιες πλαγιές των Αντιχασίων, δήμου Τυμφαίων νομού Τρικάλων. Στα 1928 είχε 524 κατοίκους, 1940 > 644, 1951 > 535, 1961 > 666, 1971 > 379, 1981 > 278, 1991 > 195, 2001 > 262. Γεγονότα: 25 Μαρτ. 1878 συγκεντρώθηκαν εδώ οι επαναστάτες των Πιερίων με τον στρατιωτικό αρχηγό της επαναστάσεως Κοσμά Δουμπιώτη, για να συζητήσουν τον τρόπο με τον οποίο θα συνέχιζαν τον αγώνα, αλλά δεν συμφώνησαν
Γερακάρι το, υψ.830μ. οικισμός της Θεσσαλίας στις πλαγιές των Αντιχασίων δήμου Τυμφαίων νομού Τρικάλων. Στα 1928 είχε 452 κατοίκους, 1940 > 437, 1951 > 419, 1961 > 578, 1971 > 616, 1981 > 299, 1991 > 268, 2001 > 203.
(3) Ευρωπαϊκό μονοπάτι μεγάλων διαδρομών Ε4 GR
Τμήμα Διαδρομής:Λιβαδερό – Φλαμπουρέσιο
« ..Από το Λιβαδερό συνεχίζουμε την πορεία προς Καμβούνια και φτάνουμε μετά από 6 ώρες στη Δεσκάτη, όπου υπάρχουν ξενοδοχεία και εστιατόρια. Από την Δεσκάτη και ακολουθώντας νότια χωματόδρομους προς τα χωριά Φλαμπουρέσιο και Καστράκι φτάνουμε στα Μετέωρα – 2 ημέρες συνολικά πορεία – Η διαδρομή αυτή καθώς δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον μπορεί να γίνει με λεωφορείο ή ταξί. Στο Καστράκι και Μετέωρα υπάρχουν camping, ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια, εστιατόρια κλπ.» Υπεύθυνος για την διαδρομή Λιβαδερό – Φλαμπουρέσιο είναι ο Φ.Ο.Χ.Σ Δεσκάτης: 512 00 Δεσκάτη Γρεβενών τηλ. 0493/31756
Ενδεικτική βιβλιογραφία
- Νέζη Νίκου1979: Tα Ελληνικά βουνά, ορεογραφία, οδηγός Αθήνα
- ‘Εντυπο 4φυλλο, Νο 5,(κειμ. Αναστ. Ρήγας) 1990:Ευρωπαϊκό μονοπάτι μεγάλων διαδρομών Ε4 GR, έκδοση Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού
- Μανιατέα Ηλία Τεγόπουλου Ιωάννη (εκδ.): Νομός Τρικάλων Θεσσαλία Νο 19, σειρά Ελλάδα, εκδ. Δομή
- Μανιατέα Ηλία, Τεγόπουλου Ιωάννη(εκδ.): Νομός Λάρισας Θεσσαλία Νο 17,σειρά Ελλάδα, εκδ. Δομή
- Νέζη Νίκου2010:Τα Ελληνικά βουνά, γεωγραφική εγκυκλοπαίδεια, τόμος 2, Ηπειρωτική Ελλάδα (Πελοπόννησος, Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλία, Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη) εκδ. Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας Αναρρίχησης – Κληροδότημα Αθ. Λευκαδίτη
- Σταματελάτου Μιχαήλ, Βάμβα Σταματελάτου Φωτεινή2012: Γεωγραφικό λεξικό της Ελλάδας, τόμοι Α’, Β’, Γ’, ειδική έκδοση για την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, για αυτή την έκδοση Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη
- Οδικός χάρης2018: Κεντρική Ελλάδα, Θεσσαλία – Ήπειρος, κλίμακος 1:230.000 Topo, R3, εκδ. Anavasi