Στα όρη Βάλτου

Γενική περιγραφή του χώρου – και προσέγγιση

Φτάνουμε σε χαρακτηριστική στροφή για το χωριό Εμπεσός (1).  Το χωριό βρίσκεται στα αριστερά μας και στα δεξιά, νέος οικισμός με ομοιόμορφες κατοικίες.  Και εδώ πρόκειται για μετεγκαταστάσεις των γύρω κοινοτήτων με αφορμή τις κατολισθήσεις εδαφών, για καλλίτερη διοικητική και οικονομική διαχείριση.

Αφήνοντας το χωριό Εμπεσός, ακολουθούμε πορεία προς το χωριό Περδικάκι, που απέχει 15 χιλ. και το χωριό Βρουβιανά 30 χιλ.  Ο ποταμός Ίναχος γυρίζει δεξιά και χύνεται στον Αχελώο ποταμό, που εδώ μαζεύονται τα νερά της τεχνητής λίμνης Κρεμαστών.  Ο δρόμος τώρα κατηφορίζει στην αριστερά πλευρά.  Η πέτρα ανακατεμένη με το έλατο, θυμίζει αγραφιώτικο τοπίο, συνέχεια αυτού είναι, κι ας μας χωρίζει ο Αχελώος ποταμός.  Απέναντι του ποταμού Αχελώου, η γη των Αγράφων.  Στάνες και μαντριά παρατηρούμε κοιτάζοντας κατά την ποταμιά και ψηλότερα η κορυφή Ποτίστρα, 1.520 μ.  Ο δρόμος ανηφορίζοντας βγάζει σε εικονοστάσι, που σηματοδοτεί αλλαγή στην κίνηση.  Ο δρόμος μας τώρα κατηφορίζει και στα δεξιά στάνες καμωμένες από ξυλοσανίδες, Σαρακατσαναίϊκα κονάκια, δεξαμενή συγκέντρωσης βρόχινου νερού, ποτίστρες για τα ζωντανά, και όλα να «βλέπουν» κατά το μεγάλο ποτάμι.  Η θέα του Αχελώου καθηλώνει.  Ο ποταμός ανάμεσα σε βουνά δείχνει να συμπιέζεται, διογκώνεται, να ψηλώνει η στάθμη των νερών του και από ορμητικά νερά να καταλήγουν γαλήνια.

Όρη Βάλτου, μερική άποψη του συγκροτήματος της κορυφής Γάβροβο

Στρίβουμε βόρεια και με οδηγό το μικρό ρέμα Λούβρινα, αντικρίζουμε το χωριό Περδικάκι, που μας ξαφνιάζει.  Όταν είσαι για ώρες μέσα στα βουνά και τραβάς ολοένα και βαθύτερα, περιμένεις να συναντήσεις μικρό-οικισμούς.  Η θέα ενός χωριού μεγάλου μας εκπλήττει ευχάριστα καθώς μας θυμίζει το άλλο μεγάλο χωριό, την Σαμαρίνα.  Μέσα στο χωριό υπάρχει ζωντάνια, κίνηση στην πλατεία με τον κόσμο του να πηγαίνει και να έρχεται.  Τα σπίτια είναι σύγχρονα, που δείχνει να κρατούν τον κόσμο τους χειμώνα – καλοκαίρι.   Μιλώντας με τους κατοίκους του χωριού μαθαίνουμε ότι οι κάτοικοι του χωριού, όπως μας είπαν, κατά μία εκδοχή, υποστηρίζουν ότι είναι Σαρακατσαναίοι και ότι οι Σαρακατσαναίοι ξεκίνησαν απ’  το χωριό αυτό.  Πρόκειται για χωριό με 300 οικογένειες.  Παλιά είχε 30.000 πρόβατα, στις μέρες μας έχουν 15.000 δηλωμένα, πού ίσως να είναι και 20.000.  Παλιά λεγόταν Σακαρέκι (Σακαρέτσι) και αποτελούσε μεγάλη κοινότητα μαζί με τους οικισμούς: Μπλέτσι, Πηγάδια, Άγιος Βλάσιος, Πλακωτό και Βρουβιανά.  Αργότερα  χώρισαν με τα Βρουβιανά και το Περδικάκι κράτησε τους οικισμούς Μπλέτσι και Πηγάδια.  Στα όρια της κοινότητας, εκεί στο ποτάμι υπήρχε η γέφυρα της Τέμπλας απ’ όπου διοχετεύονταν ολόκληρη η κίνηση ανθρώπων και ζώων από τα βουνά των Αγράφων προς τα όρη του Βάλτου.  Το γεφύρι της Τέμπλας ή Βρουβιανών ή του Στράτου ήταν μονότοξο και φτιαγμένο στα 1915 από τον Νίκο Στράτο.  Σήμερα είναι σκεπασμένο από τα νερά του Αχελώου ποταμού και το πέρασμα του ποταμού γίνεται ψηλότερα, απ’ την γέφυρα Αυλακίου ή Τριχιές κοντά στο χωριό Αργύρι Αγράφων Ευρυτανίας.

Ποιμενική εγκατάσταση σε ξέφωτο του βουνού και κυψέλες μελισσών

Αφήνοντας το χωριό Σακαρέσι  και ακολουθώντας το δρόμο για το χωριό Βρουβιανά, αυτός σε κάποιο σημείο διχαλώνει.  Δεξιά φεύγει για τα Βρουβιανά και απ’ την άλλη μπαίνει στο βουνό.  Οι δυο αυτοί οικισμοί, Περδικάκι και Βρουβιανά «κοιτούν» κατά το μεγάλο ποτάμι, τον Αχελώο, έχοντας από «πάνω» τους τις κορφές Χιονάκι, 1.508μ. ο ένας και Φούρκα, 1.501μ. ο άλλος.

Εμείς ακολουθούμε τον δασικό δρόμο που  ανηφορίζει στο διάσελο, όπου ολόγυρα δασωμένες πλαγιές.  Στα δεξιά η λάκα Πιατέλα, που είναι το πρώτο πλάτωμα.  Παρατηρούμε στάνες στην περιφέρεια και στο μέσον το ιδεώδες γήπεδο του χωριού Περδικάκι.  Πιο πίσω η τοποθεσία Κρούνα με ποιμενικές εγκαταστάσεις.  Απ’ το εικονοστάσι ο δρόμος γυρίζει πίσω και περνώντας την κορφούλα Τσούκα, ύψους 1.000μ. φτάνει στην τοποθεσία Καλό Νερό.  Παντού ξέφωτα με στάνες ανάμεσα στα έλατα.  Ο δρόμος ευθεία συνεχίζει να ψηλώνει και μέσα σε υπέροχο δασικό πεδίο φτάνει σε υψόμετρο 1.000 μ., όπου διάσελο με εικονοστάσι.  Μπροστά μας ανοίγεται λάκα, το δεύτερο πλάτωμα, τόσο μεγάλη που δεν το πιστεύεις.  Εδώ συναντάμε μελίσσια, χωράφια, φράχτες, ποιμενικές εγκαταστάσεις παλιές και, στην αρχή της λάκας, σπιτάκι Ελβετικού τύπου που μας εκπλήσσει ευχάριστα.  Περιδιαβαίνουμε το χώρο και σταματάμε στο κέντρο της λάκας.  Κοπάδι από γίδια ποτίζεται από πηγαδίσιο φρεάτιο.  Συναντάμε Σαρακατσαναίους βοσκούς και μαθαίνουμε για τον τόπο.  «Ο τόπος έχει νερά, εάν σκάψεις λίγο τα βρίσκεις.  Κοντά στο πηγάδι υπάρχουν παλιά τοιχία από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας.  Όπως μας έλεγαν οι παλαιότεροι, ο τόπος είχε άφθονο νερό.  Βλέπεις εδώ πάνω, μέσα στα δάση, τα παλιά χρόνια ζούσε πολύς κόσμος»..  Συνεχίζοντας το περπάτημα – φτάνει και δρόμος – οδηγούμεθα στον συνοικισμό Κερασιές.  Πρόκειται για έναν κτηνοτροφικό συνοικισμό με ξύλινες καλύβες.  Οι Κερασιές βρίσκονται ανάμεσα στις δασωμένες κορφές: Χιονάκι, 1.508 μ. – την απέναντι κορφή Φούρκα, 1.501μ. και ανάμεσα σ’ αυτές διέρχεται το ρέμα Πηγαδούλια.  Σωστός συνοικισμός, ο τόπος είναι πετρωτός.  Δίπλα μας φράχτες με περιβολάκια (για τις εποχιακές ανάγκες των οικογενειών), καρυδιές και κερασιές θεόρατες, πιστοποιούν το πόσο παλιά είναι η εγκατάσταση.  Εδώ βγαίνουν τέσσερις οικογένειες από το χωριό Περδικάκι με τα κοπάδια τους τους  θερινούς μήνες.  Τριγυρίζοντας στον συνοικισμό βλέπεις γουρούνια να περιφέρονται εδώ και εκεί, εικόνες παραμυθένιες.  Η κάθε μία από τις οικογένειες διαθέτει το κονάκι της και μια σειρά από βοηθητικούς χώρους και κατασκευές.  Ξεχωρίζουν οι ψηλές ξυλό-φράχτες «ταράτσες», όπου τις μεσημεριανές ώρες της ημέρας, αλλά και τις βραδινές, η φαμίλια συγκεντρώνεται για ξεκούραση και κουβεντολόϊ.  Όμορφες κατασκευές, εξ ολοκλήρου καμωμένες από ξύλο, περιτοιχισμένες, κάτι σαν «βασιλικά» περίπτερα.

Όρη Βάλτου, Γάβροβο, ύψ. 1.781 μ.

Βάλτου όρη, 1.781μ. «Μεγάλη οροσειρά στη ΒΑ πλευρά του νομού Αιτωλοακαρνανίας και στη ΝΑ. Πλευράς του νομού Άρτας.  Αποτελεί τμήμα του οροσυμπλέγματος της νότιας Πίνδου.  Εκτείνεται μεταξύ των ποταμών Ίναχος ή Μπιζάκος στα δυτικά και Αχελώος στα ανατολικά.  Στα βόρεια χωρίζεται από τον ορεινό όγκο Αετοί με το μεγάλο βαθύπεδο του Δροσερού (μέσο υψόμ. 1.100μ.), τον αυχένα / διάβαση της Γραμμένης (1.280 μ.) και τα ρέματα Κρανά του Αχελώου ποταμού και Καραϊσκάκη του Ίναχου ποταμού.

Στα όρη Βάλτου αναφέρουν και την συνέχεια της οροσειράς προς τα ΝΑ. (βλ. Ποτίστρες ή Κανάλα και Λημέρι ή Κορίτα).  Τα  πετρώματά τους είναι ασβεστόλιθοι και λίγος φλύσχης.  Το νότιο τμήμα των ορέων Βάλτου (Γάβροβο) έχει ενταχθεί στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000 (2310012) και έχει χαρακτηριστεί ως σημαντική περιοχή για τα πουλιά (088).   Η ψηλότερη κορφή είναι το Γάβροβον ή Πυραμίδα, ύψ. 1.781μ.  ΄Άλλες ψηλές κορφές είναι: Κουμπλιές ή Βρωμοπήγαδο, 1.600μ., Βλαχιώτη,1656μ., Παυλογιάννη, 1.624μ., Φούρκα ή Κάρινο, 1.501μ., Κορομηλούλα, 1.520μ., Παλιογαϊδάρα, 1.700μ., Παυλογιάννη, 1.624 μ., Πρατοβούνι, 1.542 μ., Πρατίνα, 1.556 μ.,  Τέμπλος, 1.558μ., Τσούμα Πρατίνας ή Πρατίνα, 1,586μ., Χελώνα ή Αλιόδα ή Αλίντα 1.538μ., Χιονάκι, 1.507μ., Κορφούλα ή Ντουλουπιέρα ή Ντουλουμπιέρα ή Ντουλπιάρα, 1.643μ. και άλλες.  Ανάβαση στην κορυφή μπορεί να γίνει από το βαθύπεδο του Δροσερού, όπου πηγαίνει δρόμος από τον οικισμό Αγία Παρασκευή (930) σε 0330ω. περίπου».  Νέζη Νίκου, 2010:τ.2,σ.133)

Οροπέδιο, λάκκες στη καρδιά του βουνού

Προσέγγιση και ανάβαση στην κορφή Γάβροβο, 1.782 μ.

Με αφετηρία τον συνοικισμό Κερασιές, μονοπάτι καλογραμμένο φεύγει βόρεια, διέρχεται το ρέμα Πηγαδούλια, βγαίνει στην τοποθεσία Καρυοχώραφα, συναντά από τα δεξιά του μονοπάτι που έρχεται από την τοποθεσία Καρίνια, (δυο στάνες) και συνεχίζει βόρεια διερχόμενο ανάμεσα απ’ τις βραχώδεις πλαγιές των τοποθεσιών Κουρί στην κορφούλα, ύψ. 1.460μ. και Γραμματικό στις πλαγιές του υπερκείμενου όγκου Παυλογιάννη, 1626μ.

Το μονοπάτι διέρχεται από λάκα σε λάκα (ξέφωτο), σε υψόμετρο 1.360μ. κάτω από την κορφή Τσούμα Πρατίνας, 1.588μ. (όπου συστάδα ποιμενικών εστιών) και στην συνέχεια κάτωθεν της κορφής Πρατίνα, 1.556μ. όρια νομών Άρτης και Αιτωλοακαρνανίας.  Απ’ εδώ γυρίζουμε ανατολικά και με κίνηση «ελευθέρας βοσκής» ανηφορίζουμε στην ψηλότερη κορφή, Γάβροβο, ύψ. 1.782 μ. 

Ευθεία το μονοπάτι μας συνεχίζει διερχόμενο από τις τοποθεσίες: Ρίγανη, Μουρές, Μέγα Διάσελο στον όγκο Βλαχιώτη, 1.855 μ, και Μεσοβούνι, στον όγκο Πυραμίδα, 1.373 μ. , φτάνει στον συνοικισμό Δροσερό, πλήθος ποιμενικών εστιών, κάτω της κορφής Κρανιά, 1.433 μ. νομού Άρτης.

Μπορεί κανείς να επιχειρήσει και την ψηλή κίνηση, ξεκινώντας από τον συνοικισμό Κερασιές και ακολουθώντας το μονοπάτι, με βόρεια κατεύθυνση να οδηγεί στην τοποθεσία Καρίνια, ανάμεσα στις κορφές: Φούρκα, 1501 μ. και Παυλογιάννη, 1.626 μ. Απ’  εκεί μπορεί να ανηφορίσει κανείς βόρεια «ελευθέρας βοσκής» και να προσεγγίσει την κορφή Παυλογιάννη, 1626 μ.  Επί της κορυφογραμμής να διασχίσει την Παλιογαϊδάρα και να φτάσει στην κορφή Γάβροβο, 1.782μ.  Ωραίες θέες προς Τζουμέρκα και κορφές των Αγράφων.  (βλέπε χάρτη της Γ.Υ.Σ. φύλλο Ραπτόπουλο, κλίμακας 1:50.000 εκδ. 1971)

Το κονάκι της ποιμενικής εγκατάστασης με τη «ταράτσα»

Στην συνέχεια ο δρόμος διχαλώνει και ένα σκέλος του φεύγει αριστερά για να περάσει πίσω από την κορφή Κορφούλα, 1.645 μ.  Περνά το Μητσέλι και το Πηγάδι του Αργύρη και πέφτει στο τρίτο πλάτωμα (Λιβάδια).  Σωστά λιβάδια να χαίρεται να βόσκει κανείς το κοπάδι του πάνω και μέσα στις δασωμένες κορφές.  Συναντάμε καλλιέργειες και ποιμενικές εγκαταστάσεις στην περιφέρεια της λάκας, στα σκιερά των ελάτων.  Επίσης καλύβες (κονάκια) καμωμένα από πέτρα, άλλα από σανίδες και τσίγκια για σκεπή.  Αντέχουν στο υψόμετρο και ανανεώνονται από τους βοσκούς  κάθε καλοκαίρι.  Στον δρόμο μας μέσα από τα λιβάδια, πέσαμε πάνω σε μαγαζάκι!.  Μπορεί να ακούγεται παράξενο, εδώ ψηλά και απόκοσμα, αλλά δεν παύει να είναι πέρα για πέρα πραγματικό.  Εδώ πάνω, μέσα στα βουνά, το μαγαζάκι διαθέτει κονσέρβες και κάτι πρόχειρο για φαγητό.  «Ακόμη και αναψυκτικά έχουμε, μπύρες μόνο που δεν είναι κρύες γιατί τις ανέβασα πριν από λίγο» μας ομολόγησε ο μαγαζάτορας.  Τούτο το μαγαζάκι είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για να μαζεύει του διασκορπισμένους τσοπαναραίους, καθώς και αυτούς,  που ξεκαλοκαιριάζουν εδώ πάνω και να μπορούν να χαρούν την συντροφιά σε απομονωμένα μέρη.  Διαθέτει και τηλέφωνο, που η σύνδεση γίνεται μέσω του χωριού Περδικάκι.  (Πολύ εύκολα μίλησα με Αθήνα και το χάρηκα..)  Δίπλα στο μαγαζάκι υπάρχουν ερείπια παλιού σπιτιού και πλακόστρωτο αλώνι πνιγμένο στη βλάστηση.  Ολόγυρα μαθαίνουμε ζούσε κάμποσος κόσμος.  Σήμερα βγαίνουν τους καλοκαιρινούς μήνες είκοσι πέντε οικογένειες για ξεκαλοκαιριό  μας είπε ο μαγαζάτορας.

Γυρίζουμε δυτικά.  Παρατηρούμε ολόγυρα ποιμενικές εγκαταστάσεις, κοπάδια να σταλιάζουν λόγω της ζέστης κάτω από τα έλατα, μαγικές εικόνες.  Κυψέλες μελισσών μας χαιρετούν στα ρείθρα του δρόμου.  Με την διάνοιξη τόσων δασικών δρόμων, οι μελισσοκόμοι ανεβάζουν με τα φορτηγάκια τους τις κυψέλες στα ψηλώματα, στο ελατοδάσος και τις τοποθετούν στις άκρες των χωματόδρομων.  Ο δρόμος μας ψηλώνει καθώς προβάλλει το ρέμα Τόρνος.  Σε κάποιο σημείο του δρόμου, ένας παρακαμπτήριος (λιγότερο πατημένος) οδηγεί στην εκκλησία της Αγίας Μαρίνας.  Πήγαμε έως εκεί.  Ωραία τοποθεσία με το ξωκκλήσι να έχει ανακαινιστεί.  Επρόκειτο για παλιά εκκλησία με σχιστόπλακα στη στέγη, αλλά για σύγχρονους λόγους, μεταμορφώθηκε σε σύγχρονη με γερμανικό κεραμίδι στη στέγη και τσιμεντότουβλα.  Υπάρχει και βρυσούλα στα 200 μέτρα σε λαξεμένη γούρνα.  Πιο πέρα υπάρχουν ερείπια από παλιό οικισμό, πιθανά αυτού της Επάνω Χώρας.  Απέναντι στη ρεματιά η κορφή Κορφούλα, 1.645μ., όπου και πυροφυλάκειο.  Από κάτω τους ο οικισμός Φράγκου και πιο κάτω η «Σκάλα» (ελικοειδές μονοπάτι στις σάρες, που χρησιμοποιείται από ζώα, γίδια, ενώ οι άνθρωποι προτιμούν τους διανοιχθέντες δρόμους), που ανεβοκατέβαιναν (επικοινωνούσαν) οι άνθρωποι από το χωριό  μέσω της ρεματιάς του Τόρνου στο τρίτο πλάτωμα (που αναφέρω πιο πάνω).

Συνεχίζοντας την πορεία μας με βάση τον δρόμο που του ψάχνουμε συνεχώς (με τόσες διακλαδώσεις που συναντάμε, βγαίνουμε στην παλιά εκκλησία Αγιά Σωτήρα.  Τούτη η εκκλησιά είναι σωστό αριστούργημα, μέσα σ’ ένα υπέροχο φυσικό σκηνικό.  Παραμένει ως έχει καμωμένη με την δεξιοτεχνία και σοφία των ανώνυμων λαϊκών μαστόρων.  Η εκκλησιά ανήκει στην κοινότητα Πατιόπουλο.

Στα κονάκια..

Με βάση την εκκλησιά, ένας δρόμος πιο πάνω φεύγει και οδηγεί στην τοποθεσία  Λιθαροσούρτης, ανατολικά της κορυφής  Χελώνα, 1.540μ.).  Στο μέρος αυτό  ανεβαίνουν τσοπαναραίοι με τα κοπάδια τους τους θερινούς μήνες, υπάρχουν οι καλύβες τους κάτω από τα έλατα  και αντίσκηνα μεγάλα των συγγενών τους για ξεκαλοκαιριό.  Πιο πέρα από τον οικισμό Σβάρνα;  (ακούσαμε και τέτοια ονομασία, εμείς ήμασταν στον Λιθαροσούρτη..)  ο δρόμος συνεχίζεται και οδηγεί στο χωριό Πέτρα, ανάμεσα στις κορφές Χελώνα, 1.540 μ. και Τουρκοβούνι, 1.414μ. κατά μήκος του ρέματος Ξυδάκτυλο. Το χωριό βρίσκεται κάτωθεν των κορυφών: Χελώνα,1.540μ. – Κορφούλα, 1.645μ. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους δύο όγκους διέρχεται το ρέμα Τόρνος που χύνεται στον Ίναχο ποταμό.

Περιγραφή – τοπογραφία πέριξ του χωριού Πατιόπουλο

Απ’ την εκκλησιά τη Σωτήρα, δρόμος κατηφορίζει σε δύσκολο πεδίο, τοποθεσίες Χαλίκια και Κακιά Μέλισσα με ζωνάρια και πέφτει στη δημοσιά στο χωριό Πατιόπουλο.  Πλησιάζουμε το μεγάλο χωριό Πατιόπουλο, με τα χαρακτηριστικά σπίτια του, με τις σχιστόπλακες στη στέγη και τις δασωμένες πλαγιές ακριβώς από πάνω του.  Το ίδιο το χωριό είναι χωμένο στη ρεματιά.  Ο ποταμός Ίναχος καθορίζει και την επικοινωνία των παράπλευρων χωριών.  Ολόγυρα σχηματίζεται μια στενή κοιλάδα, όπου οι κάτοικοι καλλιεργούν καπνά, καλαμπόκι και τριφύλλι.   Στο χωριό Πατιόπουλο ανήκουν οι τοποθεσίες και οι συνοικισμοί Θύαμος, τα Πετσάλια και η Φράγκου.  Επίσης και οι τοποθεσίες: Μπαλαμπαναίϊκα, Βολόξα, Ρουπακιά, επί δρόμου, που οδηγεί στην Αμφιλοχία.   Ακολουθούμε τη ροή του ποταμού και στην απέναντι πλευρά παρατηρούμε το χωριό Θύαμις με τα ομοιόμορφα σύγχρονα σπίτια.   Συμπεραίνουμε ότι εδώ πρόκειται είναι μετεγκατάσταση οικισμών λόγω κατολισθήσεων.  Μεσολαβεί ο Ίναχος ποταμός και απέναντι η περιοχή του Μακρυνόρους με τα χωριά του.   Περνάμε το χωριό Κάμινος στάνες  και πολλά πετρόστρωτα αλώνια.      

Στον οικισμό του Πατιόπουλου, αλλά και στην γύρο περιοχή βλέπει κανείς σπίτια παλιά (με αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον) καθώς και στάνες με μαντριά στην περιφέρεια αυτού.  Ενδιαφέρον έχουν τα δυο σπίτια πάνω απ’ το χωριό, στα πλατάνια, που αξίζει να σταματήσει κανείς, πολύ όμορφα..

Το ξωκλήσι του Άη Σωτήρα Πατιόπουλου

Επίλογος, τί  καταλάβαμε

Τα όρη Βάλτου, μπορεί να μην διαθέτουν τις ψηλές εντυπωσιακές κορφές των 2.000μ. και άνω, αλλά κρατούν περισσότερη τσοπανούρα, πλούσια ιστορία και περιεχόμενο, με απλά λόγια είναι πολύ όμορφος τόπος.  Παλαιότερα, επειδή είναι χαμηλότερα σε σύγκριση με άλλα ορεινά συγκροτήματα ζούσε κόσμος πάνω σ’ αυτά, που εξακολουθεί να ζει και στις μέρες μας.  Η τσοπανούρα πλουτίζει το βουνό. 

Προτιμήσαμε να γυροφέρνουμε στα δασωμένα των βουνών του Βάλτου, μιλώντας με τους εξοχίτες, απ’  το να σκαρφαλώνουμε στην κορφή Γάβροβο.  Απ’ αλλού και για αλλού ξεκινήσαμε και μας τράβηξε η ομορφιά του τόπου και των ανθρώπων που ξετρυπώσαμε στα ξέφωτα του δάσους.  Αυτά μας κράτησαν χαμηλότερα μιας ψηλής κορφής.  

Ένας ποτάμι τα χωρίζει απ’ τα Άγραφα, ο Αχελώος και τρία γεφύρια τα ενώνουν: Αυλακίου, Τέμπλας και Τατάρνας, δρόμοι επικοινωνίας από αιώνες των μετακινούμενων νομάδων απ’ τ’ Άγραφα στα χειμαδιά του Ξηρόμερου και αντίστροφα δια μέσω των ορέων Βάλτου.  Και πέρασμα υπήρξαν και παραμένουν τα όρη Βάλτου.  Από τα παλαιότερα χρόνια μέχρι τις μέρες μας δεν έχουν αλλάξει και πολλά στα όρη Βάλτου.  Η κτηνοτροφία αντέχει ακόμη και είναι μεγαλύτερη των βουνών των Αγράφων κι’ ας θεωρούνται αυτά η κοιτίδα του ποιμενισμού.  Εάν έχει αλλάξει κάτι, απ’ τα παλιότερα χρόνια,  είναι η διάνοιξη δασικών δρόμων, που ανοίχτηκαν πάνω στα παλιά μονοπάτια.  Η τσοπανούρα με τα κοπάδια τους εξακολουθούν να γυροφέρνουν στα δασοβούνια του Βάλτου και εκείνο που τους κάνει περήφανους να καμαρώνουν για τα δάση τους.  Πόσες φορές δεν ακούσαμε να μας λένε: «ακούσατε ποτέ φωτιές στα βουνά μας; εδώ πάνω είναι το σπίτι μας και ο βιος μας και το προσέχουμε σαν τα μάτια μας..»  Άνθρωποι, φιλόξενοι, ζεστοί, προσιτοί, άλλοτε σκιές και άλλοτε τεράστιοι, γεννήματα τούτης της γης, ξέρουν να μιλούν γλώσσες πολλές αλλά προτιμούν την γλώσσα της σιωπής.  Αυτή η σιωπή έκανε τα βουνά ν’ ανοίξουν και να χωρέσουν μέσα τους, κόσμο πολύ.  Αυτά τα βουνά έθρεψαν και μεγάλωσαν ανθρώπους στα χρόνια τα δύσκολα, κράτησαν την φλόγα της πίστης.  Ο κόσμος της σιωπής, ο κόσμος των βουνών, συνεχίζουν να αντιστέκονται στις μέρες μας στα εφήμερα και κραυγαλέα.  Το περιεχόμενο του Βάλτου είναι ο κρυμμένος θησαυρός του, που είναι οι άνθρωποί του.

Γενική όψη των ορέων Βάλτου.  Ρυάκι με νερό το διασχίζει το οροπέδιο καλοκαιριάτικα

Ιστορικά

«Ο Βάλτος είναι ορεινή περιοχή, η οποία δεν αποτέλεσε τόπο αποικισμού φυγάδων, αλλά οχυρό προστασίας του ντόπιου πληθυσμού.  Πριν την Τουρκική κατάκτηση η ζωή των Βαλτινών ήταν τέτοιοι ώστε αυτή δεν τους βρήκε απροετοίμαστους.  Οι Βαλτινοί ήταν κτηνοτρόφοι και οι εστίες τους ήταν πρόχειρες καλύβες χωρίς να φτιάχνουν χωριά.  Οι καλύβες ήταν σκορπισμένες σε μεγάλη έκταση χωμένες μέσα σε δάση, σε απρόσιτες τοποθεσίες, ώστε για να φτάσει κανείς έπρεπε να ακολουθήσει μονοπάτια και δύσβατους ατραπούς.  Τα δάση του Βάλτου ανήκουν στην κατώτερη ζώνη φυλλοβόλων δρυμών και στην ανώτερη ζώνη ελάτου.  Στα χρόνια τα παλιά ήταν πυκνά και πολύξυλα και οι καλύβες ήταν φτιαγμένες από τα δένδρα με τέτοιο τρόπο, που δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις το δένδρο από την καλύβα.  Ήταν δυνατόν  να περάσεις δίπλα απ’ την καλύβα χωρίς να το αντιληφθείς και μόνον το λάλημα των πετεινών και ο καπνός της φωτιάς, που ανεβαίνει μέσα απ’ τα φυλλώματα να μαρτυρήσουν την παρουσία ανθρώπων.  Ο οικιακός εξοπλισμός ήταν τόσο φτωχικός, ώστε ο Βαλτινός δεν είχε να χάσει τίποτα εάν καιγόταν το καλύβι του.  Δεν είχε να προσφέρει τίποτα σε επισκέπτη, ούτε να φοβηθεί από εχθρό.  Σε περίπτωση επιδρομής εχθρών, έβαζε ο ίδιος φωτιά στο καλύβι του και εξαφανίζονταν  μέσα στα δάση, όπου κρυμμένος παρακολουθούσε τις κινήσεις του εισβολέα.  Μπορούσε να τον αιφνιδιάσει εμφανιζόμενος σε θέσεις, που εκείνος δεν περίμενε και σε ανύποπτο χρόνο.  Οι Τούρκοι γι’  αυτό το λόγο είχαν οργανώσει Αρματολικά  σώματα και συγχρόνως προσπαθούσαν να χωθούν στις δυσπρόσιτες περιοχές τους για να τους εξοντώσουν.

Οι  Βαλτινοί είχαν φτάσει σε τέτοιο βαθμό ανυποταξίας, που κατά τον ΙΖ΄ αιώνα, οι αρματολοί ανεκήρυτταν τους εαυτούς τους ανεξάρτητους αρχηγούς.  Έτσι έχουμε τον Μεϊντάνη και Σπαθόγιαννο με έδρα την Κατούνα.  Ο Αγγελής Σουμίλας με τον Μόσχο Βαλαωρίτη είχαν μέρος της Ηπείρου και μέρος του Βάλτου.  Είναι φανερό ότι με τέτοιες συνθήκες η περιοχή ήταν συνεχώς σε εμπόλεμη κατάσταση και οι κάτοικοι ζούσαν συνεχώς με τα όπλα στο χέρι.  Χωρίς να υποτιμούν τη δύναμη του εχθρού δεν παρέλειψαν να οργανώνουν κατά τόπους ειδικά καταφύγια.  Αυτά τα αποκαλούσαν «αποκλείστρες» οι οποίες ήταν φυσικές οχυρές θέσεις και χρησίμευαν για καταφύγια του πληθυσμού σε ώρες ανάγκης. (Στρατηγού Σπυρομήλιου « Χρονικόν του Μεσολογγίου»).  Από το ίδιο Χρονικόν μαθαίνουμε ότι ο απερχόμενος κατά το 1825 εναντίον του Μεσολογγίου Μεχμέτ Ρεσίτ πασάς, για να εξασφαλίσει την ελεύθερη επικοινωνία με την Ήπειρο, που ήταν η βάση του, έβαλε και έκαψαν τους λόγγους του Μακρυνόρους. 

Οι Βαλτινοί περιφρονούσαν την γεωργία και αγνοούσαν την δασοπονία.  Εάν μπορούμε να τους δώσουμε κάποιο επάγγελμα, αυτό θα ήταν του κτηνοτρόφου.  Η βοσκή και η κλαδονομή χάρις αυτής αποτέλεσαν την κύρια αιτία φθοράς του δάσους από βελανιδιές του Βάλτου.  Παράλληλα με τα όρη Βάλτου, υπάρχει και το Ξηρόμερο, στα δυτικά του Βάλτου, κομμάτι που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ενότητας αυτής, που είναι το Κατώμερο, χώρος χειμαδιών.  Δεν είναι μέρος ασφαλές, παρά με την έννοια ότι συνορεύει με την Λευκάδα και την Κεφαλλονιά καθώς και άλλα νησιά του Ιονίου, τα οποία δεν βρισκόντουσαν υπό Τουρκική κατοχή, οπότε έδιναν άσυλο στους από την Ελλάδα φυγάδες και κλέφτες.  Πολλοί δε είχαν τις οικογένειές του σ’ αυτά.  Οι Ξηρομερίτες περιγράφονται ως άνθρωποι υπερήφανοι, ανήσυχοι, πολεμικοί, γενναιόψυχοι και φιλότιμοι.  Είχαν ανάστημα υψηλό και λεπτό και τρόπους ευγενικούς.  Κάθε χειμώνα υποδέχονταν τα κλέφτικα μπουλούκια, που κατέβαιναν από τον Βάλτο και τ’ Άγραφα για να διαχειμάσουν.  Σχετικά με τις δύο αυτές περιοχές του Βάλτου και του Ξηρόμερου, θεωρείται χαρακτηριστικό πολεμικής αρετής των κατοίκων και της σημασία των δασών τους, τα παρακάτω περιστατικά.  Για τον καθορισμό των βόρειων συνόρων του Ελληνικού Βασιλείου προς την Τουρκία, δια του Πρωτοκόλλου της 22 Ιανουαρίου – 3 Φεβρουαρίου 1830, οι επαρχίες Βάλτου και Ξηρόμερου παρέμειναν στο Τουρκικό.  Με ταυτόχρονο πρωτόκολλο των πληρεξουσίων των τριών δυνάμεων ανακηρύσσεται βασιλεύς των Ελλήνων ο πρίγκηπας του Σαξ Κοβουργ Γκόττα Λεοπόλδος.  Αυτός αποδεχθείς αρχικά την εκλογή του και υπέβαλλε υπόμνημα στους πληρεξούσιους στις; 11 Φεβρουαρίου με παρατηρήσεις μεταξύ άλλων την διόρθωση των βορείων συνόρων, ώστε να συμπεριληφθούν στο Ελληνικό κράτος και οι δύο παραπάνω επαρχίες.  Οι πληρεξούσιοι απέρριψαν το αίτημα του Λεοπόλδου, στις 18 Φεβρουαρίου και αυτός παραιτήθη του Ελληνικού στέμματος.  Στην παραίτησή του ανέφερε μεταξύ άλλων ότι οι δύο αυτές επαρχίες μπορούσαν να εφοδιάσουν την Ελλάδα με ξυλεία για ναυπηγία.  Απ’ αυτό βλέπουμε ότι τα μέρη αυτά ήταν γνωστά για τα δάση τους και ιδιαίτερα για την κατάλληλη ναυπηγική ξυλεία.  Μετά την παραίτηση  του Λεοπόλδου, οι πληρεξούσιοι με πρωτόκολλο στις 14 Σεπτεμβρίου 1831 τροποποίησαν τα βόρεια σύνορα με την Τουρκία και ενέταξαν εις την Ελλάδα και τις παραπάνω επαρχίες οι «οποίες είναι άγονες και φτωχές χώρες των οποίων οι κάτοικοι ως πολεμικός λαός ουδέποτε υποτάχθηκε καθ’ ολοκληρία εις την εξουσία της Πύλης».  Έτσι αναγνωρίστηκε πανηγυρικώς το πολεμικό φρόνημα των κατοίκων του Βάλτου και του Ξηρόμερου και η ιδιαίτερη σημασία των δασών τους»..

Τάκης Ντάσιος, καλοκαίρι 1988

Παραπομπές

(1) Εμπεσός, υψ. 300 μ. στις δυτικές πλαγιές του ορέων Βάλτου, δήμου Ινάχου νομού Αιτωλοακαρνανίας.  Στα 1928 είχε 355 κατοίκους, 1940 > 396, 1951 > 417, 1961 > 478, 1971 > 591, 1981 > 508, 1991 > 598,  2001 > 488

Βρουβιανά (έως 1928 Βροβιανά και Προβιανή), ύψ. 500 μ. στις ανατολικές πλαγιές των ορέων Βάλτου, δήμου Ινάχου νομού Αιτωλοακαρνανίας.  Στα 1928 είχε 284 κατοίκους, 1940 > 300, 1951 > 319, 1961 > 375, 1971 > 340, 1981 > 291, 1991 > 256, 2001 > 277.

Πατιόπουλο (έως 1928 Σύντεκνο), ύψ. 530 μ. στις δυτικές πλαγιές των ορέων Βάλτου, δήμου Ινάχου νομού Αιτωλοακαρνανίας.  Στα 1928 είχε 343 κατοίκους, 1940 > 224, 1951 > 319, 1961 > 352, 1971 > 226, 1981 > 144, 1991 > 156, 2001 > 92.  ΠΡΟΣΩΠΑ.  Γεννήθηκε ο  Ράγκος Γιαννάκης, αγωνιστής του ΄21, 1790.

Περδικάκι (έως 1928 Σακαρέτσι), υψ. 740 μ. στις ανατολικές πλαγιές των ορέων Βάλτου δήμου Ινάχου νομού Αιτωλοακαρνανίας.  Στα 1928 είχε 465 κατοίκους, 1940 > 722, 1951 > 581, 1961 > 471, 1971 > 495, 1981 > 533, 1991 > 517, 2001 > 418.  ΠΡΟΣΩΠΑ. Γεννήθηκαν οι αγιογράφοι Απόστολος τέλη 17ου αι. και ο γιο του Χρήστος αρχές 18ου  αι.

Ενδεικτική βιβλιογραφία

  • Κυριακίδη Επ.1892: Ιστορία του συγχρόνου Ελληνισμού, τόμος 2, σ,215
  • Χάρτης της Γ.Υ.Σ.1971: Φύλλον Ραπτόπουλον, κλίμακας 1: 50.000 εκδ. 1971
  • Βακαλόπουλου Απόστολου1969:Ιστορία του νέου Ελληνισμού, σ.68, τόμοι Α,Β.Γ, Θεσσαλονίκη
  • Γρίσπου Πάνου1973: Δασική ιστορία της νεότερης Ελλάδος, Από του ΙΕ΄ αιώνος μέχρι του 1971, συγγραφείσα επί τη 150ετηρίδι της Εθνικής Παλιγγενεσίας, σ.53-54, Γενική Διεύθυνση Δασών, Αριθ.25, Αθήναι
  • Γερομήτσου Λουδοβίκου1984: Κλέφτες και Αρματωλοί του Βάλτου, πρόδρομοι του 1821, έκδ. Συλλόγου Αμφιλοχιωτών της Αθήνας και του Πειραιά «Η Αμφιλοχία»
  • Νέζη Νίκου2010: Τα Ελληνικά βουνά γεωγραφική εγκυκλοπαίδεια, τόμος 2 Ηπειρωτική Ελλάδα (Πελοπόννησος, Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλία, Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη), εκδ. Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασία Αναρρίχησης-Κληροδότημα Αθ. Λευκαδίτη.
  • Σάθα Κων/νου: Η Τουρκοκρατούμενη Ελλάς, τόμος τέταρτος 1770-1821, εκδοτικός οίκος Α .Α. Λιβάνη
  • Κοκκίνου Διον. Ιστορία Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμος 6ος σ.480
  • Αιτωλοακαρνανία1995:Tόποι, μνημεία, ιστορία.  Αγρίνιο, Ιστορική Αρχαιολογική Εταιρεία Δυτικής Στερεάς Ελλάδος, Τ.Ε.Δ.Κ.Ν. Αιτωλοακαρνανίας
  • Αιτωλοακαρνανία1997: Φυσικό περιβάλλον, ιστορία, μνημεία, οικολογικές και πολιτιστικές διαδρομές, Β΄ έκδ. Ε.Ε.Τ.Α.Α.
  • Μανιατέα Ηλία, Τεγόπουλου Γιάννη(εκδ.)2006:Νομός Αιτωλοακαρνανίας, Στερεά Ελλάδα , Νο 10, σειρά: Ελλάδα, ειδική προσφορά της εφημερίδας ΤΟ ΒΗΜΑ, εκδ. Δομή Α.Ε.
  • Σταματελάτου Μιχαήλ, Βάμβα Σταματελάτου Φωτεινή2012: «Γεωγραφικό λεξικό της Ελλάδας», τόμοι: Α΄, Β΄, Γ΄ ειδική έκδοση για την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, εκδ. Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη

Σχολιάστε